Η αυξημένη δραστηριότητα των τουρκικών UAVs στο Αιγαίο έχει αρχίσει, με αρκετή καθυστέρηση, να προσελκύει τα φώτα της δημοσιότητας. Ωστόσο, η ελληνική κοινή γνώμη, ακόμα και το κοινό που ενδιαφέρεται για την εθνική άμυνα, απέχει πολύ ακόμα από τη συνειδητοποίηση της νέας κατάστασης που έχει διαμορφωθεί από την ευρεία χρήση των τουρκικών UAV και είναι εξαιρετικά επικίνδυνη για τη χώρα.
Προ ημερών δημοσιεύθηκε μια αναφορά σε περιστατικό παρ’ ολίγον σύγκρουσης τουρκικού UAV με ελληνικό ελικόπτερο, η οποία δεν προσέχθηκε αρκετά, ίσως επειδή ήταν ελλιπής ως προς τις κρίσιμες λεπτομέρειες. Το συγκεκριμένο περιστατικό ήταν εξ αρχής σε γνώση της eA, αλλά προβληματιζόμασταν για τη δημοσιοποίησή του ή μη, δεδομένου ότι η πολιτική και στρατιωτική ηγεσία είχε επιλέξει να το κρατήσει απόρρητο. Εφ’ όσον όμως το συμβάν έγινε γνωστό, καλό είναι να περιγραφούν οι πραγματικές του διαστάσεις για να βγουν τα κατάλληλα συμπεράσματα.
Το περιστατικό συνέβη κατά τη διάρκεια της ασκήσεως Παρμενίων – 19, στην ευρύτερη περιοχή των Σποράδων. Τουρκική φρεγάτα παρακολουθούσε, κατά τη συνήθη πρακτική που ακολουθούν και οι δύο πλευρές, τις κινήσεις των ασκούμενων πλοίων του ελληνικού Στόλου. Κατά τις νυχτερινές ώρες, δύο ελικόπτερα του ΠΝ, τύπου ΑΒ-212 και S-70 Seahawk, απονηώθηκαν από φρεγάτες του Στόλου για άσκηση αποτύπωσης στόχων επιφανείας. Σε κάποια φάση της αποστολής το ένα εκ των ελληνικών ελικοπτέρων άρχισε να δέχεται κλήσεις ασυρμάτου από την τουρκική φρεγάτα, με τις οποίες η φρεγάτα το προειδοποιούσε ότι εισέρχεται στην περιοχή ασφαλείας της και το καλούσε να αλλάξει πορεία (σημειώνεται ότι η τουρκική φρεγάτα βρισκόταν σε διεθνή ύδατα, σε απόσταση αρκετών μιλίων από το ελληνικό ελικόπτερο). Καθώς το ελληνικό πλήρωμα, κατά πάγια πρακτική, δεν απάντησε στις κλήσεις της φρεγάτας, αυτές έγιναν πιο επίμονες και απειλητικές.
Σε κάποια στιγμή, και ενώ συνεχίζονταν οι κλήσεις της τουρκικής φρεγάτας και η σιγή από πλευράς ελληνικού πληρώματος, εντοπίστηκαν δύο τουρκικά UAVs σε θέση πλευρική ως προς την πορεία του ελικοπτέρου, με πορεία σύγκρουσης προς αυτό. Το πλήρωμα αρχικά εντόπισε τα UAVs από τα φώτα τους (collision lights), που είναι αξιοσημείωτο ότι ήταν ανοιχτά, και στη συνέχεια με το FLIR του ελικοπτέρου. Για να αποφύγει τη σύγκρουση, ο κυβερνήτης προέβη άμεσα σε ελιγμό αποφυγής με ταχεία κάθοδο, και το ελληνικό ελικόπτερο βρέθηκε από το αρχικό ύψος πτήσης (αρκετών εκατοντάδων ποδών) να πετά χαμηλά, λίγες δεκάδες πόδια πάνω από τη θάλασσα (η επιτυχής εκτέλεση του βίαιου αποφευκτικού ελιγμού υπό συνθήκες σκότους είναι ένα ακόμα τεκμήριο των ικανοτήτων των Ελλήνων χειριστών). Όμως τα δύο τουρκικά UAVs προσάρμοσαν και αυτά το ύψος τους και, καθώς το ελληνικό ελικόπτερο πετούσε στο νέο του ύψος (χαμηλά πάνω από τη θάλασσα), πέρασαν «ξυστά» από αυτό, το ένα μπροστά του και το άλλο πάνω από το στροφείο του. Η αποστολή του ελικοπτέρου διακόπηκε, και επέστρεψε στη φρεγάτα.
Πολλά κρίσιμα συμπεράσματα, τεχνικά και πολιτικά, μπορούν να βγουν από το περιστατικό. Από τεχνικής απόψεως π.χ. είναι αξιοσημείωτη η δυνατότητα τόσο ακριβούς ελέγχου τουρκικών UAVs, που προσιδιάζει σε δυνατότητες αερομαχίας, ακόμη και δυτικά του 25ου μεσημβρινού. Επιπλέον, ακόμα κρισιμότερο είναι να ελεγχθεί το ενδεχόμενο τοπικού ελέγχου ή ακόμα και εκτόξευσης των UAVs από την τουρκική φρεγάτα, καθώς υπάρχουν ήδη σαφή στοιχεία ότι το Τουρκικό ΠΝ πειραματίζεται στον τομέα αυτό. Αν οι «φίλοι και γείτονες» έχουν αναπτύξει δυνατότητα μεταφοράς UAVs σε πλοία ή/και τοπικού ελέγχου τους, οποιοσδήποτε ελληνικός στόχος σε ορισμένη ακτίνα από τουρκικό πολεμικό πλοίο κινδυνεύει, διότι τα UAVs ενδέχεται να φέρουν και οπλικό φορτίο. Πρακτικά, μια τουρκική φρεγάτα κινούμενη στην περιοχή που συνέβη το περιστατικό μπορεί να απειλήσει την ΑΒ Ν. Αγχιάλου, το Στεφανοβίκειο, το ραντάρ του Πηλίου, την 32 ΤΑΞΠΖΝ κλπ. Αντιστοίχως μία φρεγάτα σε διεθνή ύδατα ανοικτά της Αττικής ή της Κρήτης μπορεί να απειλήσει πληθώρα στρατηγικών στόχων. Αν μάλιστα σκεφτούμε ότι ένα UAV με δυνατότητα εκτόξευσης και τοπικού ελέγχου από πλοίο δεν είναι απαραίτητο να φέρεται σε πολεμικό πλοίο, αλλά ακόμα και σε εμπορικό, αντιλαμβανόμαστε το μέγεθος του προβλήματος.
Πολύ κρίσιμα όμως είναι και τα πολιτικά συμπεράσματα που προκύπτουν από το περιστατικό. Η Τουρκία έκανε την τελευταία δεκαετία μια τεράστια επένδυση στον τομέα των UAVs (μια επισκόπηση θα βρείτε εδώ), την οποία φαίνεται τώρα να επιχειρεί να αποσβέσει (και) στο Αιγαίο. Είναι αξιοσημείωτο ότι στις 6 Αυγούστου 2018 συγκροτήθηκε ειδική μοίρα (η 313 Μοίρα Ναυτικών Μη Επανδρωμένων Αεροσκαφών) του Τουρκικού Ναυτικού, στην οποία διατέθηκαν 10 UAVs τύπου BAYRAKTAR TB2 (s/n TCB 801 έως 810) που επιχειρούν από τις βάσεις Δαρδανελίων και Dalaman. Επίσης, στο TDK έχουν διατεθεί τρία UAVs τύπου ANKA-B, τουλάχιστον το ένα εκ των οποίων έχει εξοπλιστεί και με σύστημα Ραντάρ Συνθετικού Διαφράγματος (SAR) σύμφωνα με τουρκικές πηγές. Εκτός των ανωτέρω, η Τουρκία χρησιμοποιεί και άλλα drones, μέχρι και μικρά εμπορικά διαθέσιμα συστήματα, που «επισκέπτονται» ελληνικές στρατιωτικές εγκαταστάσεις της ενδοχώρας, προφανώς εκτοξευόμενα από κοντινά σημεία.
Τα τελευταία χρόνια η χρήση των τουρκικών UAVs έχει ενταθεί, ως προς τη συχνότητα και τον τρόπο χρήσης. Από τις αρχικές πτήσεις πλησίον ελληνικών νήσων, περάσαμε στις υπερπτήσεις νήσων. Από την παρακολούθηση ελληνικών ναυτικών μονάδων από «ασφαλή απόσταση», περάσαμε σε υπέρπτηση ελληνικής φρεγάτας κατά τον τελευταίο Παρμενίωνα, εντός βεληνεκούς όπλων της και χωρίς να υπάρξει αντίδραση, παρ’ ότι το τουρκικό UAV είχε στοχοποιηθεί. Νευραλγικές μονάδες της ενδοχώρας δέχονται «επισκέψεις» drones νύχτα και μέρα, χωρίς να παρέχεται στις διοικήσεις τους η δυνατότητα αντίδρασης. Παρ’ ότι έχει ζητηθεί η έγκριση χρήσης όπλων (και υπάρχουν όπλα κατάλληλα για τον σκοπό αυτό), η μόνη αντίδραση της ηγεσίας ήταν η σύνταξη τυποποιημένου σήματος με το οποίο αναφέρονται ιεραρχικώς τα περιστατικά! Ιδίως σε αποπροσγειώσεις ελληνικών αεροσκαφών, τουρκικά drones είναι συχνά «παρόντα», συνήθως ως «παρατηρητές» αλλά μερικές φορές και ως «εμπλεκόμενοι» με σαφή διάθεση πρόκλησης δυστυχήματος.
Και κάπου εδώ έρχεται το πολιτικό συμπέρασμα του περιστατικού: με την αλλαγή στον τρόπο χρήσης των UAVs η Τουρκία φαίνεται να επιδιώκει ένα σκοπό ευρύτερο από τη διαμόρφωση στρατηγικής και τακτικής εικόνας μέσω αναγνωριστικών πτήσεων, που ήταν το προηγούμενο στάδιο. Φαίνεται ότι επιχειρεί να «γκριζάρει» όλο το Αιγαίο, καθιστώντας ανασφαλείς για τις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις ακόμα και περιοχές (δυτικά του 25ου μεσημβρινού) που θεωρούνται ασφαλείς και απρόσβλητες. Ας αναλογιστούμε τι θα σήμαινε για τις δυο χώρες η τυχόν σύγκρουση των UAVs με το ελληνικό ελικόπτερο: για την Τουρκία, απώλεια ενός από τα πολλά διαθέσιμα UAVs. Για την Ελλάδα, απώλεια πολύτιμων ζωών, απώλεια ενός δυσαναπλήρωτου πτητικού μέσου μεγάλης αξίας και σημαντικές επιπτώσεις στο ηθικό. Εδώ ας αξιολογηθεί το γεγονός ότι τα τουρκικά UAVs πετούσαν με ανοιχτά collision lights: πρόκειται για δήλωση ότι η πτήση είναι νόμιμη, σε διεθνή εναέριο χώρο και επομένως η Τουρκία δικαιούται να τη διεξάγει και το δηλώνει ανοιχτά.
Το θέμα έχει ήδη επιπτώσεις στο ηθικό του προσωπικού, που διαπιστώνει ότι «έχει χαθεί η μπάλα». Αν παλιότερα η Ελλάδα διατηρούσε την τουρκική αμφισβήτηση του καθεστώτος του Αιγαίου εντός κάποιου πλαισίου, με την εμφάνιση των τουρκικών drones το πλαίσιο έχει αλλάξει. Πρόκειται για κοσμογονική εξέλιξη στα δεδομένα του «ψυχρού πολέμου» των τελευταίων δεκαετιών στο Αιγαίο, για την οποία η ελληνική πλευρά πρέπει να βρει απάντηση. Πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι η αποτροπή και, εν ανάγκη η απαγόρευση με πυρά, της χρήσης τουρκικών drones τουλάχιστον στον ελληνικό εναέριο χώρο δεν είναι μόνο θέμα αξιοπρέπειας, αλλά και θέμα ασφάλειας του προσωπικού και, εν τέλει, εθνικής επιβίωσης.
Και λέμε “θέμα εθνικής επιβίωσης”, διότι ο εθισμός στην παρουσία των τουρκικών UAVs φέρνει το μιθριδατισμό, ενώ ο κίνδυνος είναι θανάσιμος: Ας σκεφτούμε τι θα συμβεί, αν τα τουρκικά UAV που πετούν πάνω από τα νησιά μας ή κοντά στην ελληνική ενδοχώρα, έρθουν μια μέρα οπλισμένα και πλήξουν κρίσιμους στόχους, χωρίς άλλη προειδοποίηση. Κάτι τέτοιο βέβαια δεν θα συμβεί αυθημερόν, αλλά αφού πρώτα η ελληνική πλευρά εθιστεί (και) σε αυτή την τουρκική πρακτική και μάθει να την αντιλαμβάνεται ως ρουτίνα. Η ισραηλινή αεροπορία πριν τον «Πόλεμο των 6 ημερών» του 1967, επί πολλούς μήνες απογείωνε καθημερινά μεγάλα «πακέτα» αεροσκαφών για αασκήσεις. Αρχικά οι απογειώσεις προκαλούσαν συναγερμό στην αιγυπτιακή και συριακή αεράμυνα, αλλά σταδιακά έμαθαν να τις αντιμετωπίζουν ως ρουτίνα, καθώς τα αεροσκάφη πάντοτε επέστρεφαν στις βάσεις τους. Ώσπου μια μέρα τα ισραηλινά αεροσκάφη δεν επέστρεψαν στις βάσεις τους, αλλά πήραν πορεία επίθεσης – και η συνέχεια είναι γνωστή.
Το πρόβλημα είναι συνολικά δύσκολο να λυθεί, αλλά η ελληνική πλευρά μπορεί να ξεκινήσει από τα εύκολα:
(α) οι πτήσεις μικρών εμπορικών drones πλησίον στρατιωτικών εγκαταστάσεων της ενδοχώρας μπορούν και πρέπει να απαγορευτούν «δια ροπάλου», είτε το «ρόπαλο» είναι οπλικό σύστημα (κατάρριψη δια πυρών), είτε ηλεκτρονικό μέσο (εδώ βλέπουμε μια καλή πρώτη προσπάθεια), είτε απλώς η κινητοποίηση της αστυνομίας για τη σύλληψη των χειριστών.
(β) οι υπερπτήσεις ελληνικών νήσων από τουρκικά UAVs πρέπει αυτονοήτως να επιφέρουν την κατάρριψή τους από αντιαεροπορικά πυρά, και αυτό να καταστεί σαφές «απέναντι».
Δυσκολότερη είναι η αντιμετώπιση των πτήσεων UAVs στον διεθνή εναέριο χώρο, που δεν είναι παράνομες. Μια λύση που θα παρείχε κάπως ευρύτερη ακτίνα προστασίας θα ήταν η επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων στα 10 ή 12 ν. μίλια και η αυστηρότατη εφαρμογή των κανόνων «αβλαβούς διέλευσης» για τα τουρκικά πλοία που κινούνται εντός αυτών, ώστε να αποκλείεται η εκτόξευση ή ο χειρισμός drones από αυτά.
Το σημαντικότερο όμως βήμα για την αντιμετώπιση του προβλήματος είναι η αναγνώρισή του. Η Τουρκία επιδιώκει με σταθερά βήματα την αλλαγή του καθεστώτος του Αιγαίου. Εδώ και 40 χρόνια περίπου, εκμεταλλευόμενη την ελληνική ατολμία, πέτυχε να επιβάλει τις παραβιάσεις του ελληνικού εναερίου χώρου ως καθημερινότητα. Τώρα επιχειρεί να επιβάλει ως καθημερινότητα την παρουσία των UAVs. Η ελληνική ηγεσία, πολιτική και στρατιωτική, οφείλει κατ’ αρχήν να συνειδητοποιήσει το μέγεθος του προβλήματος και το διακύβευμα, ώστε να βρει τρόπους αντίδρασης. Όπως διδάσκει το παρελθόν, η ατολμία και η μακαριότητα οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην παγίωση νέου καθεστώτος στο Αιγαίο.