Προς πώληση τα ελικόπτερα NH-90 και τα μαχητικά F-16 Block 30;

118
1803
Tην στιγμή που η Τουρκική Αεροπορία προχωρά στον εκσυγχρονισμό του στόλου των αεροσκαφών F-16 Βlock 30, η πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΘΑ μεθοδεύει την πώληση των αντίστοιχων της ΠΑ, παρ’ ότι έχουν καλύψει μόλις το μισό του δομικού ορίου ζωής τους. © Ιωάννης Λέκκας

Ανησυχία προκαλεί η εντεινόμενη φημολογία για την ματαίωση των παραλαβών των υπολειπόμενων ελικοπτέρων NH-90 της Αεροπορίας Στρατού και τη διάθεση προς πώληση σημαντικού αριθμού αεροσκαφών F-16 Block 30 της Πολεμικής Αεροπορίας, προοπτική που αναπόφευκτα οδηγεί σε δραματική απομείωση των επιχειρησιακών ικανοτήτων των Ενόπλων Δυνάμεων.

Σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες, η πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΘΑ εξετάζει την περικοπή του προγράμματος των μεταφορικών ελικοπτέρων NH-90 προκειμένου να μην καταβληθεί η τελευταία δόση ύψους €110 εκατ. προς την κατασκευάστρια εταιρεία και να χρηματοδοτηθεί η σύμβαση εν συνεχεία υποστήριξης (FOS), κατά τα πρότυπα του προγράμματος των αεροσκαφών μέσης μεταφορικής ικανότητας C-27J Spartan της ΠΑ. Υπενθυμίζεται ότι μετά από τέσσερις τροποποιήσεις της αρχικής σύμβασης για την απόκτηση συνολικά 20 ελικοπτέρων, εκ των οποίων 4 της έκδοσης Ειδικών Επιχειρήσεων, το πολύπαθο πρόγραμμα οδηγήθηκε σε εμπλοκή μετά την άρνηση παραλαβής του 12ου ελικοπτέρου στις 19 Φεβρουαρίου 2015, κατ΄εντολή του ΥΕΘΑ Πάνου Καμμένου. Έγκυρες πηγές επισημαίνουν ότι τα κονδύλια για την υπογραφή της σύμβασης FOS και την πληρωμή της τελευταίας δόσης για την ολοκλήρωση του προγράμματος είχαν εγγραφεί στον προϋπολογισμό του 2015 αλλά ουδέποτε εκταμιεύθηκαν ενώ παράλληλα το Ελληνικό Δημόσιο επιβαρύνεται με αποθήκευτρα για τα ετοιμοπαράδοτα ελικόπτερα που φυλάσσονται στις εγκαταστάσεις της κατασκευάστριας εταιρείας.

Κατ΄ουσίαν επιχειρείται η «διόρθωση» των άστοχων χειρισμών της πολιτικής ηγεσίας του ΥΠΕΘΑ μέσα από έναν επώδυνο συμβιβασμό που οδηγεί σε απαξίωση αμυντικής επένδυσης άνω του μισού δισ. ευρώ, ανατρέπει τον προγραμματισμό της Αεροπορίας Στρατού και δημιουργεί δυνασαναπλήρωτα κενά στον επιχειρησιακό σχεδιασμό των Ενόπλων Δυναμεων, ιδιαίτερα στο νευραλγικό τομέα των Ειδικών Επιχειρήσεων, σε μία περίοδο που οι ανάγκες για αξιόπιστα δικινητήρια ελικόπτερα γενικής χρήσης είναι κάτι παραπάνω από πιεστικές. Αυτό αποδεικνύεται άλλωστε κι από την απόφαση για διάθεση ενός Ε/Π NH-90 της ΑΣ για τη λειτουργία του σταθμού αεροδιακομιδών του ΕΚΑΒ στη Σύρο.

Στιγμ
14μελής ομάδα της Διακλαδικής Διοίκησης Ειδικών Επιχερήσεων με το πλήρωμα ενός ελικοπτέρου ΝΗ-90 μετά από δραστηριότητα στο πλαίσιο της Άσκησης ΠΑΡΜΕΝΙΩΝ-2016. Η ικανότητα διεξαγωγής ειδικών επιχειρήσεων τίθεται πλέον σε κίνδυνο. ©ΓΕΕΘΑ

Αντιδράσεις στα Γενικά Επιτελεία προκαλεί όμως και η προοπτική πώλησης αριθμού αεροσκαφών F-16 Block 30 της ΠΑ στη γειτονική Βουλγαρία. Σχετικό αίτημα είχε υποβληθεί το 2014 με την τότε ηγεσία του ΥΠΕΘΑ να προκρίνει την πώληση ενός μικρού αριθμού F-16 (οι πληροφορίες έκαναν λόγο για 6 έως 8 Βlock 30) υπό δύο προϋποθέσεις: α) την εκμίσθωση με leasing ισάριθμων αεροσκαφών από τις ΗΠΑ, έκδοσης τουλάχιστον Block 52 και β) την ανάληψη των εργασιών συντήρησης και αναβάθμισης των αεροσκαφών της Βουλγαρίας από την Ελληνική Αεροπορία Βιομηχανία (ΕΑΒ). Οι διερευνητικές επαφές τερματίστηκαν πρόωρα λόγω άρνησης των ΗΠΑ να παραχωρήσουν στην Ελλάδα μαχητικά προηγμένης έκδοσης, κάτι που δεν έχει αλλάξει μέχρι σήμερα.

Το ζήτημα επανήλθε στην επικαιρότητα τον Ιούλιο του 2015 με δημοσίευμα του κυριακάτικου Τύπου, το οποίο υποστήριζε πως «έχει βρεθεί ήδη αγοραστής για περίπου 20 μαχητικά αεροσκάφη F-16 Block 30» και πως «το Γενικό Επιτελείο Αεροπορίας αντέδρασε εντονότατα, επισημαίνοντας ότι η μείωση του πραγματικού αριθμού των μαχητικών θα αφήσει κενά στην άμυνα του Αιγαίου». 

Υπενθυμίζεται ότι η Πολεμική Αεροπορία παρέλαβε 34 F-16C και 6 F-16D του Block 30, τα οποία παραδόθηκαν μεταξύ Νοεμβρίου 1988 και Οκτωβρίου 1989 και από τα οποία απομένουν συνολικά 32 αεροσκάφη. Παρά την τεχνολογική υστέρησή τους έναντι των νεώτερων εκδόσεων του Fighting Falcon, τα συγκεκριμένα μαχητικά διαθέτουν υψηλό λόγο Ώσης προς Βάρος (T/W), δεδομένου ότι ο κινητήρας General Electric F110-GE-100 παράγει μέγιστη ισχύ πλήρους μετάκαυσης 28.984 lb για Μέγιστο Βάρος Απογείωσης (MTOW) 37.500 lb, έναντι ενδεικτικά 42.300 lb της έκδοσης Block 50. Ως αποτέλεσμα, τα αεροσκάφη επιτυγχάνουν υψηλό διατηρούμενο ρυθμό στροφής κατά τη διάρκεια παρατεταμένων ελιγμών, χάρη στην υψηλή Ειδική Πλεονάζουσα Ισχύ (SEP), η οποία εξαρτάται από το λόγο T/W. Τα F-16C/D Block 30 αντιπροσωπεύουν ποσοστά 20,6% του στόλου μαχητικών F-16C/D και 13,7% του στόλου μαχητικών της ΠΑ συνολικά, κατά τα οποία θα συρρικνωθούν οι εν λόγω στόλοι σε περίπτωση πώλησής τους σε τρίτο κράτος.

Ως αποτέλεσμα, το ισοζύγιο τακτικών μαχητικών αεροσκαφών μεταξύ των ΠΑ και THK θα επιδεινωθεί από 0,84 σε 0,72, ενώ το ισοζύγιο μαχητικών που διαθέτουν δυνατότητα εκτόξευσης βλημάτων Πέραν της Οπτικής Ακτίνας (BVR), ενεργού καθοδήγησης ραντάρ, συνεπώς χωρίς να υπολογιστούν τα Mirage 2000EGM/BGM της ΠΑ και F-4ET/2020 της THK, θα διαμορφωθεί σε 0,77. Όμως η THK θα εξακολουθήσει να διαθέτει το πλεονέκτημα της δυνατότητας χρήσης του συνόλου των F-4ET/2020 σε αποστολές Απαγόρευσης/Κρούσης (ID/S) και Εγγύς Αεροπορικής Υποστήριξης (CAS), τουλάχιστον έως την εισαγωγή του F-35A και τη μετάπτωση F-16C/D παλαιότερων εκδόσεων στις συγκεκριμένες αποστολές. Αντίθετα, μετά την απόσυρση των A-7E/H και με δεδομένη την αδυναμία χρήσης των Mirage 2000EGM/BGM σε αποστολές αέρος-εδάφους, πλην της στοιχειώδους χρήσης τους σε ρόλο strafing με τα πυροβόλα DEFA 554 των 30mm, η ΠΑ θα υποχρεωθεί να χρησιμοποιεί F-16C/D νεώτερων εκδόσεων και F-4E PI2000 σε αποστολές CAS, τα οποία κατ’ ανάγκη θα αφαιρούνται από το συσχετισμό των τακτικών αεροσκαφών που θα αναλαμβάνουν αποστολές εναέριας μάχης. Όμως στο σημείο αυτό ελλοχεύει ο κίνδυνος ανατροπής όχι αόριστα της ισορροπίας αεροπορικών δυνάμεων στο Αιγαίο αλλά ειδικά της εναέριας υπεροχής, κορωνίδας του φάσματος επιχειρήσεων της ΠΑ. Ο κίνδυνος αυτός οξύνεται περαιτέρω από την εκτεταμένη ποιοτική υπεροχή των 199 F-16C/D της THK, των οποίων ο ηλεκτρονικός εξοπλισμός αποστολής έχει υποστεί καθολική αναβάθμιση, περιλαμβάνοντας, μεταξύ άλλων, ραντάρ AN/APG-68(V)9, το οποίο διαθέτουν μόνο τα 85 F-16C/D Block 52+/52+ Adv. της ΠΑ.

Με δεδομένη τη μεσοπρόθεσμη αδυναμία εκκίνησης προγράμματος Νέου Μαχητικού Αεροσκάφους για την ΠΑ, είναι προφανές ότι η μοναδική προοπτική ποιοτικής ενίσχυσης του υφιστάμενου στόλου μαχητικών της μπορεί να προέλθει αποκλειστικά από την αναβάθμιση των F-16C/D με ραντάρ Ενεργού Διάταξης Ηλεκτρονικής Σάρωσης (AESA), σύμφωνα και με τις διακηρυγμένες προθέσεις της. Στην περίπτωση αυτή και εφόσον αποφασιστεί η πώληση των F-16C/D Block 30, η αναβάθμιση του συνόλου των υπόλοιπων F-16C/D της ΠΑ αποτελεί μονόδρομο. Το αποτέλεσμα θα είναι να διαθέτει η ΠΑ 123 αναβαθμισμένα F-16C/D Block 50/52+/52+ Adv., στα οποία θα προστίθενται 25 Mirage 2000-5 Mk2, με αποτέλεσμα το σχετικό ισοζύγιο έναντι των αναβαθμισμένων F-16C/D της THK να ανέρχεται σε 0,74. Ταυτόχρονα, τα ραντάρ AN/APG-68(V)7 και (V)9 των F-16C/D Block 50 και Block 52+/52+ Adv. αντίστοιχα, θα πρέπει να πωληθούν, καθ’ όσον δε θα υφίσταται φορέας στον οποίο θα μπορούν να εγκατασταθούν. Πρόσθετη συνέπεια θα είναι η απαξίωση της επένδυσης στο σύγχρονο ραντάρ AN/APG-68(V)9, το οποίο όμως εξακολουθεί να επιτυγχάνει εξαιρετικές επιδόσεις. Αντίθετα, σε περίπτωση διατήρησης των F-16C/D Block 30, η αναβάθμιση με ραντάρ AESA των F-16C/D Block 52+/52+ Adv. και η μετεγκατάσταση των ραντάρ AN/APG-68(V)9 των τελευταίων στα F-16C/D Block 30/50, θα εξασφαλίσει στην ΠΑ 85 μαχητικά με απτή και μετρήσιμη υπεροχή δυνατοτήτων εναέριας μάχης και επίγειας προσβολής, διατηρήσιμη μέχρι την εισαγωγή του F-35A στο οπλοστάσιο της THK. Ταυτόχρονα, θα προκύψουν ακόμη 70 F-16C/D με αξιόλογες επιχειρησιακές δυνατότητες, συγκρίσιμες εκείνων της THK, ενώ τα 15 πλεονάζοντα ραντάρ AN/APG-68(V)9 θα επαρκούν για τη δημιουργία αποθέματος ανταλλακτικών, με σκοπό τη μελλοντική υποστήριξή τους. Πέραν του χαμηλότερου κόστους και της καθολικής υπεροχής των αναβαθμισμένων F-16C/D Block52+/52+ Adv., περαιτέρω συνέπεια της επιλογής αυτής θα είναι η βελτίωση του συσχετισμού αναβαθμισμένων μαχητικών αεροσκαφών σε 0,90, η οποία με τη σειρά της θα εξασφαλίσει τον απαραίτητο χρόνο για την ορθολογική σχεδίαση και εκκίνηση προγράμματος ΝΜΑ, μέχρι να το επιτρέψει η δημοσιονομική συγκυρία.