Μια καλύτερη ιδέα μπορεί να κερδίσει τον επόμενο πόλεμο

0
8746

Ο υποστράτηγος ε.α. Robert Scales υπήρξε διοικητής της Σχολής Πολέμου του αμερικανικού στρατού (US Army War College). Το κείμενο που ακολουθεί είναι μετάφραση από άρθρο του στην ιστοσελίδα warontherocks. Στο τέλος ακολουθεί σύντομο σχόλιο για τη σχέση του με την ελληνική πραγματικότητα.

Μια καλύτερη ιδέα μπορεί να κερδίσει τον επόμενο μεγάλο πόλεμο για τις χερσαίες δυνάμεις

Για τους παλιούς Ψυχρούς Πολεμιστές σαν κι εμένα, ήρθε Η Ημέρα της Μορμότας (ΣΣ: Groundhog Day). Για πρώτη φορά μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, ο Στρατός εξέρχεται μετά από δύο δεκαετίες πολέμου εναντίων ανταρτών και στρέφεται εκ νέου στην αντιμετώπιση ενός Μεγάλου Πολέμου κατά της Ρωσίας ή της Κίνας. Ο Στρατός κατάφερε να ιδρύσει την Army Futures Command (Διοίκηση Μελλοντικού Πολέμου) ειδικά για το επερχόμενο έργο. Η Διοίκηση έχει αρχίσει να εξετάζει το μέλλον του στρατού με μια εμπειρική διαδικασία. Αυτή η διαδικασία έχει προέλευση που χρονολογείται πριν από 30 χρόνια λίγο μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και πριν τον Β’ Πόλεμο του Κόλπου.

Ο Στρατός κέρδισε μια συντριπτική νίκη εναντίον του στρατού του Σαντάμ Χουσεΐν, ακολουθώντας την στρατηγική AirLand Battle, την οποία επινόησε στα τέλη της δεκαετίας του ’70 για να σταματήσει μια σοβιετική εισβολή στο σύνορο μεταξύ των δύο Γερμανιών. Ο ελιγμός των 100 ωρών του στρατηγού Norman Schwarzkopf πέτυχε εν μέρει διότι ο άκαμπτος ιρακινός στρατός προέβαλε μικρή αντίσταση. Επιπλέον, το αναπεπταμένο έδαφος του Ιράκ και του Κουβέιτ ήταν μοναδικά κατάλληλο για πολέμους τύπου “Blitzkrieg” μεγάλης κλίμακας, που θυμίζουν την Γερμανική επίθεση το 1940 και την τεθωρακισμένη επέλαση του Patton στη Γαλλία το 1944. Η «καταιγίδα της ερήμου» (Desert Storm) ήταν μια κάθαρση για τον στρατό. Η νίκη έσβησε το στίγμα του Βιετνάμ και αποκατέστησε την αξιοπρέπεια του Στρατού μεταξύ των άλλων πολεμικών κλάδων των Ηνωμένων Πολιτειών.

Ύστερα ήρθε η 11 Σεπτεμβρίου. Για σχεδόν 20 χρόνια, οι χερσαίες αμερικανικές δυνάμεις έβγαλαν εκτός σκέψης τον «μεγάλο πόλεμο» και άρχισαν να μαθαίνουν από την αρχή αντί-ανταρτοπόλεμο. Μόνο μετά τη λήξη της περιπέτειας των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή το 2015 επέστρεψε η αμυντική πνευματική κοινότητα στο δόγμα για «μεγάλους πολέμους». Η καθοριστική στιγμή ήρθε όταν ο Αναπληρωτής Υπουργός Άμυνας, Robert Work, ζήτησε από τον στρατό να αναπτύξει αυτό που ονόμασε ο ίδιος «AirLand Battle 2.0». Έθεσε το ερώτημα, πώς μπορεί να αλλάξει το δόγμα του πολέμου στο έδαφος λόγω της εμφάνισης νέων τεχνολογικών πεδίων μετά την «Καταιγίδα της Ερήμου»: διάστημα, κυβερνοχώρος και πληροφοριακός πόλεμος. Σήμερα, η έννοια που είναι γνωστή ως επιχειρήσεις πολλαπλών τομέων (multi-domain operations) υιοθετεί το σκεπτικό του Work, προσθέτοντας όμως διάφορους τομείς. Στον πυρήνα της, η έννοια των επιχειρήσεων πολλαπλών τομέων προσθέτει στρώματα πολυπλοκότητας, στο ίδιο όμως σχεδόν δόγμα AirLand Battle που πρωτοεμφανίστηκε στη δεκαετία του 1970.

Χαμένη μέσα στη βιασύνη να υιοθετηθούν τις επιχειρήσεις πολλαπλών τομέων, είναι μια ξεχασμένη προσπάθεια θέασης του μέλλοντος που ξεκίνησε ο στρατός, αμέσως μετά την επιχείρηση Καταιγίδα της Ερήμου. Το 1996, ο Στρατηγός Dennis Reimer, τότε αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού, δημιούργησε το πρόγραμμα Army After Next για να κάνει μια έρευνα βαθιά στο μέλλον, περίπου στο 2020 έως το 2025. Ήμουν (ΣΣ: ο υπογράφων Υποστράτηγος) ο πρώτος διευθυντής του προγράμματος. Για να καταλάβουμε το μέλλον, η ομάδα μας αναγκάστηκε να αμφισβητήσει πολλές από τις παραδεδεγμένες αρχές που ήταν το αποτέλεσμα της εμπειρίας του Στρατού στην Καταιγίδα της Ερήμου. Για να κατανοήσουμε το μέλλον, εξετάσαμε βαθιά το παρελθόν για να προσδιορίσουμε πρότυπα και μετατοπίσεις στον πόλεμο, που προκαλούνται κυρίως από την τεχνολογία. Καταλήξαμε σε πολλά συμπεράσματα που διέφεραν σημαντικά από τις αποδεκτές αρχές της εποχής. Πρώτον, καταλήξαμε να αποδεχθούμε την αιρετική αντίληψη ότι η επανάσταση που πραγματοποιήθηκε με τα όπλα ακριβείας και τους επανδρωμένους και μη επανδρωμένους εναέριους αισθητήρες, μετατόπισε την κλασική ισορροπία μεταξύ πυρός και ελιγμού αυστηρά υπέρ του πρώτου. Ένα πεδίο μάχης με ένταση πυρός είναι πάντα υπέρ του αμυνόμενου. Η ιστορία μας δίδαξε ότι το αδιέξοδο, η φθορά και οι καταστροφικές απώλειες ήταν αναπόφευκτες συνέπειες ενός πεδίου μάχης με ιδιαίτερα έντονα πυρά. Καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι ο μόνος τρόπος να αποφευχθεί αυτή η δαπανηρή φθορά ήταν να αυξηθεί η ταχύτητα της κίνησης διαμέσου της θανατηφόρας ζώνης που χωρίζει τις αντιμαχόμενες πλευρές.

Η ταχύτητα επιτρέπει σε μια ελισσόμενη δύναμη να κινηθεί, μέσα, γύρω ή πάνω από τη ζώνη θανάτου του εχθρικού πυρός. Ο τυπικός όρος για έναν τέτοιο ελιγμό είναι «επιχειρησιακή επίθεση / τακτική άμυνα» (operational offensive/tactical defensive). Μια τέτοια προσέγγιση επιδιώκει να εκμεταλλευτεί με ελιγμούς – παρά να επιβληθεί στη δύναμη του αμυνόμενου, σε μια πλεονεκτική θέση (συνήθως στα μετόπισθεν αυτού). Έτσι ο εχθρός θα ξεμείνει με δύο απαράδεκτες εναλλακτικές λύσεις: να μείνει στη θέση του φθίνοντας συνεχώς ή να επιτεθεί από μειονεκτική θέση στην ελισσόμενη δύναμη, που κατέχει πλέον το πλεονέκτημα της ισχύος πυρός.

Η Καταιγίδα της Ερήμου έμαθε στον στρατό των Η.Π.Α. ότι οι βαρέως τύπου θωρακισμένες μονάδες εδάφους δεν θα επιτύχουν ποτέ την επιθυμητή ταχύτητα για να εκτελέσουν έναν ελιγμό επιχειρησιακής επίθεσης / τακτικής άμυνας. Η μόνη απάντηση ήταν να «ανέβει» ο ελιγμός από το έδαφος στην τρίτη διάσταση. Το σύγχρονο μοντέλο εκείνη την εποχή ήταν η εναέρια έφοδος (μειωμένης όμως ισχύος) από την 101η Air Assault Division (ΣΣ: Αεροκίνητη Μεραρχία) στην Προκεχωρημένη Βάση Επιχειρήσεων Eagle, λίγα χιλιόμετρα βόρεια της Βασόρας. Αν ο πόλεμος διαρκούσε μία ή δύο ημέρες παραπάνω από τις 100 ώρες που είχε όριο, τα ελικόπτερα της 101ης θα μπορούσαν ίσως να αποκόψουν την υποχώρηση της Ρεπουμπλικανικής Φρουράς του Σαντάμ προς στη Βαγδάτη. Ένας τέτοιος τολμηρός ελιγμός θα είχε στερήσει από τον Σαντάμ τα μόνα πιστά στρατεύματά του και ίσως θα είχε σφραγίσει τη μοίρα του το 1991, αποφεύγοντας έτσι μια επανάληψη με την καταστροφική εκστρατεία του 2003.

Η ομάδα μας αντιλήφθηκε ότι τα τεχνολογικά μέσα για τη διεξαγωγή μιας εκστρατείας εναέριου ελιγμού δεν υπήρχαν ακόμα στη δεκαετία του 1990. Προβλέψαμε όμως ότι η πορεία της τεχνολογικής εξέλιξης τις επόμενες τρεις δεκαετίες θα μπορούσε να επιτρέψει στις χερσαίες δυνάμεις να μειώσουν το βάρος των δυνάμεων ελιγμών αρκετά ώστε να τις ωθήσουν στην τρίτη διάσταση. Καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι η τότε ανερχόμενη επανάσταση «σμίκρυνσης», θα μείωνε το μέγεθος κάθε σημαντικού στοιχείου μιας χερσαίας δύναμης ελιγμού, από τα οχήματα μάχης ως το πυροβολικό και τις εγκαταστάσεις υλικοτεχνικής υποστήριξης. Προβλέψαμε ότι το πρωτόγονο τότε διαδίκτυο είχε τη δυνατότητα να επιτρέψει στις ελισσόμενες μονάδες των πρόσω να ζητήσουν υποστήριξη παντός τύπου «πάνω στην ώρα», από τοποθεσίες που βρίσκονται πολύ πίσω τους. Προβλέψαμε την εμφάνιση ενός «άγρυπνου ματιού» από αιωρούμενα drones που θα παρείχε σχεδόν τα πάντα για την υποστήριξη των  χερσαίων επιχειρήσεων. Από πληροφορίες, κρούση με πυρά, διοικητική μέριμνα με υλικό και καύσιμα, όλα από τον αέρα σε πολλαπλές μονάδες διασκορπισμένες σε ένα μη γραμμικό, κατανεμημένο πεδίο μάχης.

Το 1997, ανακαλύψαμε ότι οι Πεζοναύτες είχαν ακριβώς τις ίδιες σκέψεις και συμπεράσματα με το πρόγραμμα Army After Next . Οι Πεζοναύτες συνειδητοποίησαν επίσης, ότι οι τεράστιοι τεθωρακισμένοι σχηματισμοί ήταν ένα πράγμα του παρελθόντος. Όπως και εμείς, πίστευαν ότι ένα πεδίο μάχης με υψηλή ένταση πυρός, υπαγορεύει ότι οι χερσαίες μονάδες διασπώνται, σε μικρότερες, διακριτές μονάδες, όταν έρχονται σε επαφή με τον εχθρό. Οι ασκήσεις τους, Sea Dragon, που διεξάγονται στο πεδίο ασκήσεων 29 Palms στην Καλιφόρνια, οδηγούσαν στο συμπέρασμα ότι οι αναδυόμενες τεχνολογίες επικοινωνιών και αισθητήρων θα επέτρεπαν σε μικρές μονάδες μεγέθους ομάδας μάχης, κατανεμημένες σε μεγάλες περιοχές, να φονεύουν τον εχθρό από απόσταση, χρησιμοποιώντας ναυτικά πυρά, αεροσκάφη και επιθετικά ελικόπτερα. Χαίρομαι που διαπιστώνω ότι 20 χρόνια μετά, το όραμα που αναδύθηκε από τις ασκήσεις Sea Dragon, περιλαμβάνεται στις οδηγίες σχεδιασμού του νέου Αρχηγού του Σώματος Πεζοναυτών. Το έγγραφο αυτό αναβιώνει την έννοια των κατανεμημένων επιχειρήσεων, η οποία απαιτεί να πολεμούν οι πεζοναύτες σε αυτόνομες, μικρές μονάδες προκειμένου να παραμείνουν αποτελεσματικοί και θανατηφόροι σε ένα πεδίο μάχης υψηλής έντασης πυρός. Ομοίως, το έγγραφο επαναλαμβάνει και ενισχύει τη δέσμευση των Πεζοναυτών, για εναέριο ελιγμό στα μετόπισθεν, από τη θάλασσα, από τις οργανικές ομάδες εδάφους-αέρα του Σώματος.

Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1990, η προσπάθεια του προγράμματος Army After Next είχε αρχίσει να αποδίδει αποτελέσματα. Ο στρατός δεσμεύθηκε να ελαφρύνει οχήματα και όπλα ώστε να είναι ικανά για εναέριο ελιγμό. Η πρωτοβουλία χαρακτηρίστηκε ως «Future Combat Systems» (Μελλοντικά Συστήματα Μάχης). Στη συνέχεια ήρθε η 11η Σεπτεμβρίου. Για τα επόμενα οκτώ χρόνια, ο Στρατός και το Ναυτικό Σώμα άρχισαν να αντιστρέφουν την πρόοδο με μια νέα γενιά βαρέων οχημάτων εδάφους, ικανών να ανταπεξέλθουν στην απειλή των IED (αυτοσχέδιοι εκρηκτικοί μηχανισμοί). Οι τεχνολογικές εξελίξεις που είναι απαραίτητες, για να επιτρέψουν στις δυνάμεις μας να «δουν πρώτες» και να σκοτώσουν από απόσταση, δεν ωρίμασαν εγκαίρως για να εκπληρώσουν τις υποσχέσεις του Army After Next προγράμματος. Μέχρι το 2008, το όραμα των εναέριων ελιγμών ήταν νεκρό. Και το κόστος του ακυρωμένου πλέον προγράμματος «Future Combat Systems» ήταν πάνω από 20 δισεκατομμύρια δολάρια.

Ερχόμενοι στο 2019, η μόνη έννοια που έχει απομείνει στο Στρατό είναι οι επιχειρήσεις πολλαπλών τομέων. Και αυτό σε μια εποχή που οι τεχνολογικές εξελίξεις που προβλέφθηκαν  το 1997 είναι πραγματικότητα. Η επανάσταση της «σμίκρυνσης» που προβλέπαμε τότε, είναι πλέον πραγματικότητα. Συστήματα επικοινωνίας που αντιστοιχούν σε ολόκληρο τάγμα μπορούν τώρα να χωρέσουν στο χέρι ενός στρατιώτη. Πύραυλοι εκτοξευόμενοι από τον ώμο μπορούν αξιόπιστα να καταστρέψουν άρματα μάχης. Τα σμήνη drones που είχαμε προβλέψει είναι πλέον πανταχού παρόντα. Τα ρομποτικά οχήματα δεν είναι πλέον επιστημονική φαντασία. Η AI (τεχνητή νοημοσύνη) επιτρέπει τώρα τις μονάδες ελιγμών να βλέπουν, να αντιλαμβάνονται και να σκοτώνουν με σχεδόν τέλεια ακρίβεια. Οι πύραυλοι ακριβείας μεγάλης εμβέλειας σύντομα θα είναι σε θέση να εκκαθαρίσουν μια διαδρομή για έναν εναέριο ελιγμό σε αποστάσεις χιλίων χιλιομέτρων ή και περισσότερο.

Το πιο διαδεδομένο και επιδραστικό επιχείρημα κατά του προγράμματος Army After Next στη δεκαετία του ’90 ήταν ο ισχυρισμός ότι η ολοκληρωμένη αντιαεροπορική άμυνα του εχθρού θα μπορούσε να νικήσει έναν επιχειρησιακό εναέριο ελιγμό. Αυτό το επιχείρημα είναι ακόμα πιο πειστικό σήμερα. Στην πραγματικότητα, τα συστήματα αντιαεροπορικής άμυνας του εχθρού έχουν γίνει αρκετά απειλητικά για να κερδίσουν το χαρακτηρισμό της «άρνησης πρόσβασης περιοχής». Σύμφωνα με την έννοια των επιχειρήσεων πολλαπλών τομέων, η «διείσδυση» και η «αποδιοργάνωση / απολοκλήρωση» της αντιαεροπορικής ομπρέλας άρνησης πρόσβασης περιοχής του εχθρού είναι ισοδύναμη με την επίθεση στο επιχειρησιακό κέντρο βάρους του εχθρού.

Συμφωνώ (ΣΣ: ο υπογράφων Υποστράτηγος) με αυτήν τη αρχή. Κανένα επιθετικό δόγμα ή ιδέα δεν μπορεί να επιτύχει αν η αμερικανική εναέρια δύναμη δεν κυριαρχεί απόλυτα στην τρίτη διάσταση. Η νίκη επί της ρωσικής αεροπορίας θεωρείται δεδομένη λόγω του εξαιρετικά ασυμμετρικού πλεονεκτήματος των αεροπορικών δυνάμεων των ΗΠΑ. Οι χερσαίες δυνάμεις αντιαεροπορικών είναι άλλο θέμα. Οι Ρώσοι ειδικότερα έχουν επενδύσει σε μεγάλο βαθμό σε ένα εξαιρετικά περίπλοκο, ολοκληρωμένο και πυκνό σύστημα αισθητήρων και πυραύλων. Οι επιχειρήσεις πολλαπλών τομέων και το πρόγραμμα Army After Next προσφέρουν δύο ανταγωνιστικές  προσεγγίσεις για την καταστροφή του συστήματος άρνησης πρόσβασης περιοχής του εχθρού. Οι επιχειρήσεις πολλαπλών τομέων επιδιώκουν τη διάνοιξη και την κατάρρευση της φούσκας (εξ ορισμού, μια προσέγγιση φθοράς). Ο εναέριος ελιγμός στα μετόπισθεν  (ΣΣ: το επιχειρησιακό αποτέλεσμα του προγράμματος Army After Next) επιδιώκει μια ελισσόμενη προσέγγιση, που εκμεταλλεύεται την σχέση ταχύτητας-εμβέλειας σε μεγάλο βάθος, για να βρει τα αφύλακτα πλευρά του αντιπάλου, εκεί που η αντιαεροπορική όπου η ομπρέλα είναι ελαφριά ή ανύπαρκτη. Και οι δύο απόψεις είναι «δαπανηρές». Αλλά η σύγχρονη ιστορία έχει δείξει ότι τα χερσαία αντιαεροπορικά συστήματα είναι σχετικά στατικά,  και σταδιακά, με επιμονή (και θυσίες), θα ηττηθούν από τον αέρα.

Οι διαφορές μεταξύ αυτών των δύο δογματικών προσεγγίσεων, καταλήγουν στο αν οι αμερικανικές χερσαίες δυνάμεις πρέπει να επιχειρήσουν με τρόπο που θα αναδεικνύει τα ισχυρά τους σημεία, ή αυτά του εχθρού. Γιατί οι αμερικανικές δυνάμεις να μην επιλέξουν να εκμεταλλευτούν πλήρως την κυριαρχία τους στον αέρα, και αντ’ αυτού να λειτουργήσουν με τρόπο που μεγιστοποιεί το ρωσικό πλεονέκτημα, πολεμώντας μόνο στο έδαφος με αρματομαχίες 1 προς 1;  Ένας τέτοιος πόλεμος, που θυμίζει συγκρούσεις του Ψυχρού Πολέμου, θα έχει ως αποτέλεσμα τέτοιο αριθμό απωλειών, που ο αμερικανικός λαός δεν θα αντέξει – ενώ οι Ρώσοι και οι Κινέζοι σίγουρα θα αντέξουν.

Δεν προτείνω (ΣΣ: ο υπογράφων Υποστράτηγος) να σταματήσει ή να καθυστερήσει ο στρατός τις προσπάθειές του για την ανάπτυξη δόγματος επιχειρήσεων πολλαπλών τομέων. Προτείνω ότι η Army Futures Command να διερευνήσει τη δυνατότητα ενός παράλληλου μονοπατιού με ανοιχτό μυαλό. Δεν θα κοστίσει τίποτα παρά σκέψη, χρόνο και υπολογισμούς για να προσθέσουμε μια άλλη διάσταση στις μελλοντικές μας προσπάθειες. Τα αρχεία του Στρατού, του Σώματος Πεζοναυτών και των υπηρεσιών του Υπουργείου Άμυνας όπως το Συμβούλιο Αμυντικής Επιστήμης (Defense Science Board) και το DARPA είναι γεμάτα με πειράματα, πολεμικά παίγνια και επιστημονικές μελέτες που αποδεικνύουν την αξία της αντίληψης του Army After Next. Ας ανοίξουμε εκ νέου τα βιβλία και ας ρίξουμε μια νέα ματιά.

Κατά τη διάρκεια των ημερών που εργαζόμασταν στο πρόγραμμα Army After Next, όταν η ομάδα άνοιξε τα βιβλία της ιστορίας για να πάρει ιδέες και παραδείγματα, ένα παράδειγμα μας στοίχειωνε τότε και με στοιχειώνει ακόμα. Ο γαλλικός στρατός έμεινε πεισματικά σε μια ενιαία προσέγγιση κατά την προετοιμασία του για τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι Γάλλοι αξιωματικοί ήταν νοητικοί σκλάβοι σε ένα δόγμα φθοράς μέσω πυρών που δημιουργήθηκε στον Α΄ ΠΠ και είχε χρησιμοποιηθεί για τελευταία φορά το 1918. Η Wehrmacht άφησε πίσω τη δύναμη πυρός και επικεντρώθηκε στην ταχύτητα. Επένδυσε στη μηχανή εσωτερικής καύσης και στον  ασύρματο για να παράγει το Blitzkrieg. Τον Μάιο του 1940, άνοιξε πέρασμα με ταχύτητα μέσα από μάζες ανώτερου γαλλικού πυροβολικού για να φτάσει στη Μάγχη μέσα σε έξι ημέρες. Η Γαλλία είχε το πλεονέκτημα της ποιότητας και της ποσότητας. Η Γερμανία είχε μια καλύτερη ιδέα. Η Αμερική πρέπει να δώσει προσοχή σε αυτό.

Σχόλιο:

Το παραπάνω άρθρο αναφέρεται φυσικά σε Ένοπλες Δυνάμεις με εντελώς διαφορετικά μέσα και δυνατότητες, αλλά και εντελώς διαφορετικές υποχρεώσεις από τις ελληνικές. Ωστόσο, και οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις διαθέτουν κάποια από τα κρίσιμα μέσα που χρησιμοποιεί και ο αμερικανικός στρατός, και έχουν μεγάλη ανάγκη από την έννοια της «καλύτερης ιδέας» που εντοπίζει ο υποστράτηγος Scales, καθώς και από ένα δόγμα προσαρμοσμένο στις σύγχρονες συνθήκες και απειλές.

Αφού σημαντικό μέρος του άρθρου του Scales αναφέρεται στην εισαγωγή της «τρίτης διάστασης», δηλαδή της αεροκίνησης, στις επιχειρήσεις, ας ξεκινήσουμε από αυτό το σημείο: ο ΕΣ διαθέτει μία ταξιαρχία Αεροπορίας Στρατού και δύο αερομεταφερόμενες (κατ’ όνομα) ταξιαρχίες, καθώς και σεβαστό αριθμό επιθετικών, αναγνωριστικών και βαρέων μεταφορικών ελικοπτέρων (όχι όμως των αναγκαίων μέσων ελικοπτέρων), χωρίς να διαθέτει σαφές δόγμα, βάσει του οποίου θα χρησιμοποιηθούν αυτές οι δυνάμεις και τα μέσα τους.

Φαίνεται ότι προβλέπεται να χρησιμοποιηθούν εμβαλωματικά, στο πλαίσιο του επί εβδομηντακονταετία πλάνου επιχειρήσεων πεζικοκεντρικού χαρακτήρα, που προβλέπει σε γενικές γραμμές τοπική άμυνα και αντεπιθέσεις για την εξάλειψη εχθρικών διεισδύσεων, με τις θεωρούμενες ως “καλύτερες” δυνάμεις (τεθωρακισμένα, ειδικές δυνάμεις κλπ.). Στην περίπτωση των αερομεταφερόμενων δυνάμεων η έλλειψη μέσων ελικοπτέρων εφόδου περιορίζει την προβλεπόμενη χρήση τους στην ενίσχυση απειλούμενης νήσου, με αποβίβαση από βαρέα μεταφορικά ελικόπτερα σε ελεγχόμενο από τις φίλιες δυνάμεις χώρο. Μάλιστα, στο πλαίσιο μιας μάταιης προσπάθειας να καλυφθούν προληπτικά όλοι οι πιθανοί στόχοι του αντιπάλου, οι αερομεταφερόμενες δυνάμεις ασκούνται ιδίως στην “προενίσχυση”, δηλαδή στην εκ των προτέρων μεταφορά στον εικαζόμενο στόχο του αντιπάλου. Στο ίδιο πλαίσιο προβλέπεται η εκ των προτέρων κατανομή αναγνωριστικών και επιθετικών ελικοπτέρων στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου, ως δυνάμεων αναγνώρισης και τοπικής εφεδρείας.

Αυτό το σκεπτικό είναι απότοκο της γενικότερης έλλειψης ενός πειστικού δόγματος, βάσει του οποίου οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις (θα έπρεπε να) επιδιώκουν να νικήσουν σε έναν ελληνοτουρκικό πόλεμο. Η έλλειψή του μάλλον οφείλεται στη (ρητή κάποιες φορές) παραδοχή ότι «δεν θα γίνει μεγάλης κλίμακας πόλεμος με την Τουρκία». Το κενό δόγματος καλύπτεται από το μοναδικό παγκοσμίως «δόγμα του ισοδύναμου τετελεσμένου» και τη γενική κατεύθυνση που απλουστευτικά θα ονομαζόταν «μη φάμε γκολ νωρίς». Η απεγνωσμένη συγκέντρωση δυνάμεων στα πρόσω, η συρρίκνωση της στρατηγικής εφεδρείας (π.χ. κατάργηση XXII ΤΘΤ) και ο σχεδιασμός για δέσμευση των λίγων ετοιμοπόλεμων εφεδρειών σε “προενίσχυση” είναι απότοκα αυτού του τρόπου σκέψης. Παράλληλα, η μειωμένη διάρκεια της στρατιωτικής θητείας και η συνακόλουθη μείωση της οροφής, υποβάθμιση της εκπαίδευσης και απαξίωση της εφεδρείας, δείχνουν ότι η Ελλάδα δεν προετοιμάζεται για το ενδεχόμενο πολέμου μεγάλης κλίμακας με την Τουρκία, αλλά για την αποφυγή του πάση θυσία και τον περιορισμό του όποιου επεισοδίου σε τοπική κλίμακα.

Όμως ισχύει πάντοτε η φράση του Φρειδερίκου του Μεγάλου της Πρωσίας: “όποιος προσπαθεί να υπερασπιστεί τα πάντα, δεν υπερασπίζεται τελικά τίποτα” (“wer alles verteidigt, verteidigt nichts”). Και το ψευδοδόγμα του «ισοδύναμου τετελεσμένου» είναι παράλογο για έναν τουλάχιστον λόγο: ότι κανείς δεν εγγυάται ότι ο αντίπαλος θα περιοριστεί στο πρώτο του πλήγμα, θα υποστεί το όποιο «ισοδύναμο τετελεσμένο» και θα σταματήσει εκεί, χωρίς να αντιδράσει ξανά. Τι θα γίνει εάν ο αντίπαλος κλιμακώσει στο επόμενο επίπεδο; Εάν δεν υπάρχει ετοιμότητα πολέμου μεγάλης κλίμακας, η κατάληξη του ψευδοδόγματος του «ισοδύναμου τετελεσμένου» είναι βέβαιη, για τις ΕΕΔ και την χώρα: ολική, καταστροφική, και μη αναστρέψιμη σε βάθος χρόνου, ήττα.

Επομένως οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις χρειάζονται δόγμα για νίκη σε έναν ελληνοτουρκικό πόλεμο μεγάλης κλίμακας. Αφετηρία του δόγματος πρέπει να είναι η θεμελιώδης αντίληψη ότι η νίκη είναι εφικτή, ακόμα και με τους σημερινούς συσχετισμούς. Η Ελλάδα διαθέτει ακόμη και σήμερα έναν στρατιωτικό μηχανισμό υψηλής ποιότητας, με τεράστια καταστροφική ισχύ. Η Τουρκία είναι ισχυρότερη, αλλά η στρατιωτική ιστορία βρίθει πολέμων όπου η νίκη στεφάνωσε τον φαινομενικά πιο αδύναμο, που όμως «είχε την καλύτερη ιδέα». Βασικό στοιχείο του δόγματος πρέπει να είναι η διατήρηση της δυνατότητας στρατηγικού ελιγμού, με επαρκείς δυνάμεις για να τον εκτελέσουν. Σε αυτό το πλαίσιο θα έπρεπε να επανεξεταστεί ο ρόλος των αερομεταφερόμενων δυνάμεων, και όχι μόνο αυτών.

Ανεξαρτήτως της περιρρέουσας διάθεσης «σιγά μη γίνει πόλεμος» σε ηγεσία και κοινωνία, τα αρμόδια υπηρεσιακά στελέχη φέρουν την ευθύνη να αγνοήσουν τα βολικά ψευδοδόγματα και να διαμορφώσουν ένα ρεαλιστικό δόγμα νίκης για το (πολύ ρεαλιστικό δυστυχώς) ενδεχόμενο πολέμου. Και αν ακόμα οι πολιτικές ηγεσίες δεν θέλουν να ακούσουν, η κριτική σκέψη πρέπει να εκφράζεται όσο ακόμα κάποιος είναι εντός του μηχανισμού, και όχι εκ του ασφαλούς μετά την αποστρατεία. Και ανεξαρτήτως της διάθεσης των πολιτικών ηγεσιών, η φυσική ηγεσία των ΕΔ οφείλει να σχεδιάζει με γνώμονα την πραγματικότητα – η οποία έχει πάντοτε τον τρόπο της να επιβάλλεται σε όσους στρουθοκαμηλίζουν.