Η Εθνική Άμυνα στο προσκήνιο: ένα σχόλιο για τις πρωθυπουργικές εξαγγελίες

0
20886

Στις 12 Σεπτεμβρίου ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης προέβη από τη Θεσσαλονίκη σε σημαντικές εξαγγελίες για την ενίσχυση των Ενόπλων Δυνάμεων. Ειδικότερα εξήγγειλε:

  • Την απόκτηση 18 μαχητικών αεροσκαφών τύπου Rafale
  • Την απόκτηση 4 νέων φρεγατών πολλαπλού ρόλου, τον εκσυγχρονισμό των 4 φρεγατών τύπου ΜΕΚΟ και την αγορά 4 ανθυποβρυχιακών ελικοπτέρων MH-60R
  • Τον εμπλουτισμό του οπλοστασίου των τριών κλάδων, με Α/Τ βλήματα για το Στρατό Ξηράς, τορπίλες υποβρυχίων για το ΠΝ και κατευθυνόμενα βλήματα για την ΠΑ
  • Την ανανέωση του ανθρώπινου δυναμικού των Ενόπλων Δυνάμεων με πρόσληψη 15.000 ανδρών και γυναικών σε βάθος πενταετίας.
  • Την επαναξιολόγηση του πλαισίου στρατιωτικής θητείας και εκπαίδευσης
  • Την ενεργοποίηση της αμυντικής βιομηχανίας
  • Την ενίσχυση της ψηφιακής λειτουργίας των Ενόπλων Δυνάμεων

Οι εξαγγελίες αυτές, ιδωμένες ως σύνολο, αποπνέουν μια πρόθεση γενικής ανάταξης του ελληνικού αμυντικού μηχανισμού, ο οποίος είχε πληγεί από την υποχρηματοδότηση της τελευταίας δεκαετίας. Η ελληνοτουρκική κρίση που ξεκίνησε με την απόπειρα υβριδικής εισβολής στον Έβρο το Μάρτιο και κορυφώθηκε με την έξοδο του ερευνητικού πλοίου Oruc Reis τον Αύγουστο, ανέδειξε τη λησμονημένη αξία της στρατιωτικής ισχύος, διαλύοντας τις όποιες αυταπάτες του ελληνικού πολιτικού προσωπικού ότι η Ελλάδα μπορεί “να το ρισκάρει” με την Τουρκία παραμελώντας τις Ένοπλες Δυνάμεις. Επιπλέον, ο τρόπος που ανταποκρίθηκαν οι Ένοπλες Δυνάμεις στην πρόκληση έδειξε ότι το προσωπικό, από την ηγεσία ως τη βάση, διατηρεί παρά τη δεκαετή κρίση τις ικανότητες, την πειθαρχία και το υψηλό του φρόνημα. Επομένως υπάρχει η βάση πάνω στην οποία θα επενδύσει οικονομικούς πόρους η πολιτική ηγεσία, ώστε με στοχευμένες παρεμβάσεις και χωρίς υπέρογκο κόστος, να καλυφθούν κενά και να αποκτηθεί υπεροχή έναντι του αντιπάλου σε κρίσιμους τομείς. Ας προσπαθήσουμε να σχολιάσουμε το συνολικό σχέδιο που εκτυλίσσεται, με άξονα τις πρωθυπουργικές εξαγγελίες:

Η προμήθεια μαχητικών αεροσκαφών Rafale αποτελεί εξαιρετική κίνηση, όχι μόνο λόγω της μαχητικής αξίας του αεροσκάφους αλλά και της επιδιωκόμενης ταχύτητας εισαγωγής του. Η προθυμία της γαλλικής πλευράς να διαθέσει άμεσα μεταχειρισμένα αεροσκάφη του τύπου σημαίνει ότι είναι εφικτή η επίτευξη επιχειρησιακής ετοιμότητας με ελληνικά πληρώματα εντός του 2021. Οι γνώστες της ιστορίας της ΠΑ θα εντοπίσουν εδώ σαφείς ομοιότητες με την αγορά των αεροσκαφών Mirage F1CG, που είχαν παραγγελθεί τον Ιούνιο του 1974 με προβλεπόμενη παράδοση το 1976-77, αλλά λόγω της τουρκικής απειλής παραδόθηκαν (με προσωπική παρέμβαση του Γάλλου προέδρου Giscard d’ Estaing) αεροσκάφη εκ των προοριζόμενων για την Armée de l’Air, τα οποία έφτασαν στην Ελλάδα, με εκπαιδευμένους Έλληνες χειριστές, τον Αύγουστο του 1975. 45 χρόνια αργότερα, η Πολεμική Αεροπορία καλείται να επαναλάβει αυτόν τον άθλο.

Ως προς την έκδοση του Rafale που θα προμηθευτεί η ΠΑ, νεώτερες πληροφορίες από γαλλικές πηγές διαψεύδουν το δημοσίευμα που είχαμε επικαλεστεί και αναφερόταν σε αεροσκάφη της έκδοσης F2. Είναι πλέον σαφές ότι τα παραχωρούμενα μεταχειρισμένα αεροσκάφη θα ανήκουν στην έκδοση F3-O4T (με έναρξη υπηρεσίας μεταξύ 2012-2018), θα φέρουν εξ αρχής ραντάρ AESA RBE-2 και θα βρίσκονται πολύ κοντά στα αεροσκάφη νέας κατασκευής που θα αγοραστούν. Επίσης διευκρινίστηκε ότι η αναλογία νέων-μεταχειρισμένων αεροσκαφών θα είναι 6:12 (και όχι 10:8), ενώ σύμφωνα με πληροφορίες από άλλη γαλλική πηγή, τα μεταχειρισμένα Rafale της Armée de l’Air θα δοθούν στην Ελλάδα δωρεάν. Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, στα όπλα που θα αποδεσμευτούν από γαλλικής πλευράς περιλαμβάνονται και οι πύραυλοι Meteor. Οι λεπτομέρειες απομένει να διευκρινιστούν με τη σύμβαση που θα υπογραφεί – και η οποία θα πρέπει απαραιτήτως να περιλαμβάνει και προβλέψεις υποστήριξης (FOS).

To μόνο “μελανό” σημείο της πρωθυπουργικής εξαγγελίας είναι η αναφορά σε απόσυρση των “παλαιότερων Mirage”, που προφανώς αφορά τα απλά Mirage 2000 που υπηρετούν με την 332 Μοίρα. Είναι κατανοητό ότι ο εκσυγχρονισμός των αεροσκαφών αυτών κρίνεται ασύμφορος, ενώ η δυνατότητα των Rafale να φέρουν τον ΑΜ-39 Exocet ακυρώνει τον τελευταίο κρίσιμο ρόλο που τους είχε απομείνει, αυτόν της ναυτικής κρούσης. Ωστόσο, όπως έχουμε επισημάνει, η αγορά ολιγάριθμων συστημάτων αιχμής (όπως τα 18 Rafale) δεν αναιρεί την ανάγκη διατήρησης και αποκατάστασης των πολυαριθμότερων συστημάτων προηγούμενης γενιάς, καθώς η ποσότητα έχει τη δική της ποιότητα. Επιπλέον, η διατήρηση μόνο μίας μοίρας από κάθε τύπο (18 Rafale και 25 Mirage 2000-5) στην 114 ΠΜ είναι ανορθολογική οικονομικά, καθώς δεν επιτρέπει οικονομίες κλίμακος και συνεπάγεται δυσκολία υποστήριξης και χαμηλές διαθεσιμότητες. Ορθολογική επιλογή σε βάθος χρόνου θα ήταν η προμήθεια συνολικά 2 μοιρών (τουλάχιστον 36 αεροσκαφών) Rafale και η συμπλήρωση της δύναμης των 331 και 332 Μ με πρόσθετα αεροσκάφη Mirage 2000 επιπέδου -5, ενδεχομένως δια της απόκτησης 10-15 μεταχειρισμένων αεροσκαφών σε κάποια κατάλληλη συγκυρία.

Σε πρώτη φάση πάντως, ας μας επιτραπεί να προτείνουμε την επανενεργοποίηση, για την παραλαβή των Rafale, της 342 Μοίρας “Σπάρτη”, η οποία έφερε και τα Mirage F1CG στην Ελλάδα το 1975 και η οποία έδωσε στις 18 Ιουνίου 1992 τον ηρωικό νεκρό του ακήρυχτου πολέμου των αναχαιτίσεων του Αιγαίου, υποσμηναγό Ν. Σιαλμά. Μια φωτογραφία των πρώτων ελληνικών Rafale με το μοιρόσημο της 342 πάνω από το μνημείο Ν. Σιαλμά στον Αγ. Ευστράτιο θα έστελνε ένα μήνυμα τεράστιας συμβολικής αξίας…   

Το δεύτερο σημείο των εξαγγελιών του πρωθυπουργού αφορά την ενίσχυση του Πολεμικού Ναυτικού με την προμήθεια τεσσάρων νέων φρεγατών πολλαπλού ρόλου και τον εκσυγχρονισμό των τεσσάρων φρεγατών τύπου ΜΕΚΟ που ήδη υπηρετούν, ενώ στην εξαγγελία εντάχθηκε και η ήδη αποφασισμένη προμήθεια 4 ανθυποβρυχιακών ελικοπτέρων MH-60R. Με την εξαγγελία αυτή επανέρχεται ο ορθολογισμός στο σχεδιασμό του ΠΝ, καθώς προτάσσεται ο επείγων εκσυγχρονισμός των φρεγατών ΜΕΚΟ και μάλιστα με το “πλήρες” πακέτο ραντάρ και ηλεκτρονικών, αξίας 450 εκ. Ευρώ. Επιπλέον, για τις νέες φρεγάτες εγκαταλείπεται η “πολιτική” λογική της προμήθειας της φρεγάτας FDI (Belh@ra) καθώς το “γαλλικό γραμμάτιο” εξοφλείται -πολύ ορθολογικότερα- με την προμήθεια των Rafale. Έτσι το Πολεμικό Ναυτικό θα έχει τη δυνατότητα να προμηθευτεί 4 νέες φρεγάτες με καλύτερη σχέση κόστους – οφέλους, βάσει κριτηρίων επιχειρησιακής καταλληλότητας (μια εξαιρετική σύνοψη των κριτηρίων αυτών δίνει το Maritime Security Strategy), αλλά και με συνυπολογισμό της κρίσιμης παραμέτρου της ναυπήγησης των πλοίων στην Ελλάδα. Επιπλέον, ο ανταγωνισμός που θα αναπτυχθεί ευνοεί την προσφορά κατάλληλων πλοίων “ενδιάμεσης λύσης” για το ΠΝ, όπως θα ήταν (ενδεικτικά) οι ολλανδικές φρεγάτες κλάσης Μ, Van Speijk (F828) και Van Amstel (F831) που ήδη έχουν προσφερθεί στην Ελλάδα.

Το τρίτο σημείο των πρωθυπουργικών εξαγγελιών αφορά τον εμπλουτισμό του οπλοστασίου των τριών κλάδων. Για το Πολεμικό Ναυτικό ο εμπλουτισμός του οπλοστασίου συνίσταται στη γνωστή προμήθεια, επιτέλους, νέων τορπιλών βαρέος τύπου για τα υποβρύχια τύπου 214 (πιθανότατα 36 τορπιλών τύπου Seahake), καθώς και την αναβάθμιση 18 από τις υπάρχουσες τορπίλες τύπου SUT. Ερωτηματικό παραμένει η αναφορά σε νέους κατευθυνόμενους πυραύλους για την Πολεμική Αεροπορία, η οποία θα μπορούσε να αφορά το Α/Α βλήμα Meteor για τον εξοπλισμό των υπό προμήθεια Rafale – σε κάθε περίπτωση είναι ειλημμένη απόφαση η αποκατάσταση / επαναπιστοποίηση κρίσιμων όπλων όπως τα SCALP-EG. Από πλευράς Στρατού Ξηράς πράγματι εξετάζεται η προμήθεια του Spike NLOS της ισραηλινής Rafael (όπως πρώτος αποκάλυψε ο doureios.com), αλλά κατά τις διαθέσιμες πληροφορίες δεν έχει ακόμη οριστικοποιηθεί. Οπωσδήποτε η προμήθεια του Spike NLOS θα ήταν εξαιρετική κίνηση, καθώς το βεληνεκές του (25-32 χλμ.) υπερβαίνει κατά πολύ οποιοδήποτε αντιαρματικό βλήμα υπάρχει αυτή τη στιγμή στα οπλοστάσια Ελλάδας και Τουρκίας, και ιδίως η ενδεχόμενη ενσωμάτωσή του στα ελληνικά Apache (ιδίως στο πλαίσιο του εκσυγχρονισμού των AH-64Α+) θα εκτόξευε τις μαχητικές τους ικανότητες.

Γενικότερα πρέπει να παρατηρηθεί ότι ενώ τα φώτα της δημοσιότητας έπεσαν, όπως είναι αναμενόμενο μετά τις πρωθυπουργικές εξαγγελίες, στην ενίσχυση της ΠΑ με Rafale και στα προγράμματα φρεγατών του ΠΝ, στο Στρατό Ξηράς γίνεται μια αθόρυβη προσπάθεια ενίσχυσης με πολλές επιμέρους προμήθειες υλικού, σχετικά μικρού κόστους αλλά μεγάλης επιχειρησιακής αξίας. Η προσπάθεια αυτή έχει ξεκινήσει από το Μάρτιο με την προμήθεια οπτικών μέσων (θερμικών διοπτρών, NVGs κλπ) μέσω δωρεών, ακολούθησε η κατά προτεραιότητα κάλυψη αναγκών των Ειδικών Δυνάμεων (με τελευταία την παραγγελία 7.475 plate carriers της ελληνικής εταιρίας ELMON για το σύνολο του προσωπικού) και σταδιακά προωθούνται επιμέρους κρίσιμα προγράμματα για όλα τα Όπλα του ΣΞ. Ένα από τα ανακοινώσιμα προγράμματα είναι η αναβάθμιση των ρουκετών 122 χιλ των ΠΕΠ RM-70 από τα ΕΑΣ σε συνεργασία με την σερβική EDePro, που ήδη ξεκίνησε και συνεπάγεται διπλασιασμό του βεληνεκούς στα 40km και αύξηση ακρίβειας κατά 30%, αλλάζοντας με μικρό κόστος τα δεδομένα στον τομέα του Πυροβολικού. Τέτοιου είδους προγράμματα αποδεικνύουν ότι όταν στο επίπεδο λήψης των πολιτικών αποφάσεων υπάρχει γνώση και διάθεση για ουσιαστική δουλειά, με λίγα χρήματα μπορούν να γίνουν πολλά.

Με αφορμή το συγκεκριμένο πρόγραμμα, αξίζει να γίνει μια επισήμανση σχετικά με την ελληνική αμυντική βιομηχανία, στην οποία επίσης αναφέρθηκε ο Πρωθυπουργός: είναι κατανοητή η πίεση να εξασφαλιστεί έργο για τις κρατικές αμυντικές βιομηχανίες και την απασχόληση των εργαζομένων σε αυτές, αλλά το έργο αυτό θα πρέπει να εξυπηρετεί τις ανάγκες των Ενόπλων Δυνάμεων – και όχι οι Ένοπλες Δυνάμεις να προσαρμόζουν τις προτεραιότητές τους σε αυτό που μπορεί να παράγει η ελληνική αμυντική βιομηχανία. Η αναβάθμιση των ρουκετών των 122 χιλ. από τα ΕΑΣ είναι ένα άριστο παράδειγμα κάλυψης υπαρκτής ανάγκης των ΕΔ, όπως θα ήταν και η προμήθεια (επιτέλους) των 72.000 κρανών νέου τύπου ή ένα πρόγραμμα αναβάθμισης των υφιστάμενων τυφεκίων G3 με νέα απάρτια. Αντιθέτως π.χ. ένα πρόγραμμα νέου τυφεκίου (ιδίως αν πρόκειται για τυφέκιο νέου διαμετρήματος) θα απορροφούσε πολύτιμους πόρους και θα προκαλούσε αναστάτωση σε όλο τον ΣΞ (αντικατάσταση όπλων, αποθεμάτων πυρομαχικών, συλλογών εργαλείων κλπ.) χωρίς ουσιαστικό μαχητικό όφελος πέραν της δουλειάς που θα έδινε στα ΕΑΣ. Παρομοίως, η ναυπηγική βιομηχανία πρέπει να προσαρμοστεί στις ανάγκες του ΠΝ και όχι το αντίστροφο. Επομένως οι φρεγάτες (και, ενδεχομένως, κορβέτες) που θα ναυπηγηθούν στην Ελλάδα θα πρέπει να ανταποκρίνονται στις προδιαγραφές του ΠΝ και όχι να γίνουν εκπτώσεις προς διευκόλυνση κάποιων σχημάτων – και βεβαίως τα πλοία να παραδοθούν εντός χρονοδιαγράμματος. Τα ίδια ισχύουν, κατ’ αναλογία, και για την ΕΑΒ και την ΕΛΒΟ. Πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι για την ελληνική αμυντική βιομηχανία ο δρόμος προς τη διεθνή ανταγωνιστικότητα περνάει από τη σωστή κάλυψη των αναγκών του πρώτου πελάτη, που είναι οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις – και όχι από την προσαρμογή των Ενόπλων Δυνάμεων στις ανάγκες της βιομηχανίας, ούτε από την ανοχή σε “αβαρίες”.

Η τέταρτη εξαγγελία του Πρωθυπουργού αφορά την ανανέωση του ανθρώπινου δυναμικού των ΕΔ με την πρόσληψη 15.000 ανδρών και γυναικών σε ορίζοντα πενταετίας. Είναι μια κίνηση απολύτως αναγκαία, καθώς ο μέσος όρος ηλικίας του επαγγελματικού προσωπικού έχει ανέβει επικίνδυνα λόγω της μη πρόσληψης ΕΠΟΠ επί πολλά χρόνια, με προφανείς συνέπειες στη συνολική μαχητική ικανότητα. Ωστόσο, το πρόγραμμα ανανέωσης του στρατιωτικού προσωπικού δεν θα πρέπει να αφορά μόνο ΕΠΟΠ, αλλά και την επάνοδο του αριθμού εισακτέων των στρατιωτικών σχολών στα προ κρίσης επίπεδα, ώστε να αποκατασταθεί αριθμητικά η “ραχοκοκαλιά” αξιωματικών και υπαξιωματικών των ΕΔ. Επίσης αναγκαία είναι η εξαγγελθείσα από τον Πρωθυπουργό επαναξιολόγηση του πλαισίου της στρατιωτικής θητείας και της εκπαίδευσης – ωστόσο, η αναφορά σε απόκτηση “δωρεάν πιστοποιημένων δεξιοτήτων” και “επαγγελματικών εφοδίων” χρήζει διευκρινίσεων, γιατί θυμίζει την πεπαλαιωμένη “αντιμιλιταριστική” αντίληψη που θεωρεί τη στρατιωτική θητεία ως χαμένο χρόνο. Από την άλλη πλευρά, οι αναφορές σε αύξηση της στρατιωτικής θητείας σε 12 μήνες και σε εισαγωγή υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας στα 18 δείχνουν συνειδητοποίηση της αξίας της στρατιωτικής θητείας, τόσο για τον πολίτη όσο και για την Εθνική Άμυνα. Στο θέμα αυτό θα αναμένουμε τη συνολική κυβερνητική πρόταση και θα επανέλθουμε.

Τέλος, ο Πρωθυπουργός εξήγγειλε την ενίσχυση της ψηφιακής λειτουργίας των Ενόπλων Δυνάμεων και τη θωράκισή τους από κυβερνοεπιθέσεις υβριδικού τύπου, με εγκατάσταση σε κάθε επιχειρησιακό επίπεδο σύγχρονων συστημάτων που εξασφαλίζουν ασφαλή ροή στην πληροφορία και συνεπώς έγκαιρη κινητοποίηση. Η εξαγγελία δείχνει αντίληψη των σύγχρονων συνθηκών, αν και προφανώς οι λεπτομέρειες της υλοποίησης δεν θα γίνουν γνωστές. Από πλευράς μας θα θέλαμε να κάνουμε δύο μόνο σχετικές επισημάνσεις:
(α) πέραν των κυβερνοεπιθέσεων, υπάρχει ανάγκη αναβάθμισης της άμυνας των ΕΔ κατά του ηλεκτρονικού πολέμου στο πεδίο (παρεμβολές κλπ), όπως έδειξε η κρίση του Έβρου
(β) πέραν των κυβερνοεπιθέσεων, υπάρχει και το διαδικτυακό πεδίο μάχης των εντυπώσεων. Τόσο η κρίση του Έβρου όσο και η κρίση του Oruc Reis έδειξαν ότι η τουρκική παρουσία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (Twitter κλπ) είναι οργανωμένη επαγγελματικά, ενώ η ελληνική πλευρά βασίζεται είτε σε δύσκαμπτες “υπηρεσιακές” είτε σε φιλότιμες “ερασιτεχνικές” προσπάθειες. Ο τομέας αυτός επιδέχεται βελτίωση.

Και μία τελική παρατήρηση: οι πρωθυπουργικές εξαγγελίες βρίσκονται στη σωστή κατεύθυνση, πρωτίστως γιατί δείχνουν ότι σε επίπεδο πολιτικής ηγεσίας υπάρχει, όχι απλώς επίγνωση της ανάγκης ανάταξης του ελληνικού αμυντικού μηχανισμού αλλά και καλή γνώση για τις επιμέρους αδυναμίες. Ωστόσο “ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες” και η εφαρμογή των εξαγγελιών θα κρίνει πολλά. Επιπλέον, πρέπει να γίνει κατανοητό από όλους ότι απαιτείται χρόνος για να επιδράσουν οι εξαγγελθείσες αλλαγές στη συνολική μαχητική ισχύ των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων. Το μεσοδιάστημα μέχρι να αποδώσουν καρπούς οι πρωθυπουργικές εξαγγελίες είναι εξαιρετικά επικίνδυνο, καθώς η προοπτική μεσοπρόθεσμης αναβάθμισης της ελληνικής στρατιωτικής ισχύος δημιουργεί στον αντίπαλο κίνητρο για βραχυπρόθεσμες περιπέτειες, ώστε να εκμεταλλευτεί τον τρέχοντα συσχετισμό ισχύος.