Τουρκικοί S-400: Δυνατότητες αντίδρασης από την Πολεμική Αεροπορία

112
4955

Σύμφωνα με πληροφορίες, τις επόμενες ημέρες το τουρκικό Υφυπουργείο Αμυντικής Βιομηχανίας (SSM) θα ανακοινώσει επίσημα την προμήθεια του αντιαεροπορικού συστήματος μεγάλου βεληνεκούς S-400 Triumf/SA-21 Growler. Ο μύθος που εντέχνως έχει καλλιεργήσει η ρωσική πλευρά σχετικά με τις ικανότητες του συστήματος, κυρίως όμως το γεγονός ότι η χρήση του S-400 από την Τουρκική Αεροπορία (ΤΗΚ), δεν θα αναβαθμίσει ή θα βελτιώσει μια υπάρχουσα επιχειρησιακή δυνατότητά της αλλά θα εισάγει μια καινούργια [1], καθιστά χρήσιμη μια ανάλυση των επιπτώσεων της εν λόγω προμήθειας στον επιχειρησιακό σχεδιασμό της Πολεμικής Αεροπορίας (ΠΑ).

Ένα πλήρες σύστημα S-400 περιλαμβάνει ένα ραντάρ έρευνας τύπου 91Ν6Ε Big Bird, ένα Κέντρο Διοίκησης και Ελέγχου (ΚΔΕ) τύπου 55Κ6Ε, μέχρι 8 σταθμούς ελέγχου βολής με ραντάρ τύπου 92Ν6Ε Grave Stone και μέχρι 96 συνολικά (12 x 8) μονάδες βολής 5P85TE2/SE2. Επιπρόσθετα, μπορεί να χρησιμοποιηθεί το ραντάρ πρόσκτησης στόχων τύπου 96L6E σε συνδυασμό και με τον πτυσσόμενο ιστό 40V6MR, ενώ το σύστημα μπορεί να συνεργαστεί με εξειδικευμένα ραντάρ επιτήρησης όπως το Nebo ME. Κάθε συστοιχία περιλαμβάνει επίσης αριθμό συνοδευτικών οχημάτων με εξοπλισμό επικοινωνιών, επισκευών κλπ.

Το ραντάρ 91N6E Big Bird αποτελεί μια βελτιωμένη, πλήρως ψηφιακή, έκδοση του γνωστού στην ΠΑ ραντάρ 64N6E. Λειτουργεί στην E/F-band και σύμφωνα με ρωσικές πηγές επιτυγχάνει μέχρι και 50% μεγαλύτερη εμβέλεια αποκάλυψης στόχων σε σχέση με τον προκάτοχό του. Υπενθυμίζεται ότι το 64N6E, σε ιδανικές συνθήκες μπορεί να εντοπίσει στόχο μεγέθους μαχητικού (MIG-21) σε απόσταση 260 km.

Τo 91N6E ελέγχεται από το ΚΔΕ 55K6E στο οποίο και μεταβιβάζονται όλα τα στοιχεία των στόχων. Το 55K6E επανδρώνεται από 5 άτομα και διαμοιράζει τις αποστολές ιχνηλάτισης, εγκλωβισμού και βολής στους σταθμούς ελέγχου βολής. Κάθε σταθμός ελέγχου βολής συνδέεται με ραδιοζεύξη με το 55K6E, με διαχωρισμό έως και 100 km. Ο σταθμός ελέγχου βολής περιλαμβάνει ραντάρ τύπου 92Ν6Ε με ικανότητα ταυτόχρονης παρακολούθησης 100 στόχων σε διαμόρφωση TWS και καταύγαση/καθοδήγηση έως 12 βλημάτων σε 6 διαφορετικούς στόχους (2 βλήματα ανά στόχο). Η μέγιστη εμβέλεια ιχνηλάτισης του 92Ν6Ε εκτιμάται πως είναι μεγαλύτερη των 200 km για στόχο μεγέθους μαχητικού, είναι όμως άγνωστο αν η παραπάνω επίδοση απαιτεί περιορισμό του αζιμουθιακού τομέα κάλυψης και αν επιτυγχάνεται παράλληλα με τη μέγιστη ικανότητα καταύγασης στόχων.

Οι εντολές βολής διανέμονται στις μονάδες 5P85TE2/SE2 μέσω ραδιοζεύξης. Κάθε μονάδα βολής μπορεί να φέρει είτε 2 βλήματα τύπου 40Ν6, είτε 4 τύπου 48N6E3/DM, είτε 16 τύπου 9M96E/E2, είτε μικτό φορτίο των παραπάνω.

Tα υποσυστήματα του S-400 Triumf (κατά ΝΑΤΟ: SA-21 Growler), αρχικά γνωστού και ως S-300PMU-3: Το ραντάρ έρευνας 91Ν6Ε εντοπίζει τους στόχους και διαβιβάζει τα δεδομένα στο Κέντρο Διοίκησης και Ελέγχου 55Κ6Ε, το οποίο διανέμει εντολές βολής στις μονάδες πυρός 5P85TE2/SE2. Η καταύγαση/καθοδήγηση των βλημάτων πραγματοποιείται από τους σταθμούς εμπλοκής 92Ν6Ε.

Το βλήμα 40Ν6 εικάζεται πως έχει μέγιστη εμβέλεια 400 km [2] και διαθέτει ενεργή καθοδήγηση τερματικής φάσης. Παρόλο που σύμφωνα με ρωσικές πηγές το βλήμα έχει ολοκληρώσει πλήρως το στάδιο της ανάπτυξής του, δεν υπάρχει μέχρι σήμερα κάποια επίσημη αναφορά, δοκιμή ή φωτογραφία που να επιβεβαιώνει τις επιδόσεις του και την εισαγωγή του σε υπηρεσία.

Το βλήμα 48N6E3/DM είναι ημιενεργού καθοδήγησης και με μέγιστη εμβέλεια 250 km αποτελεί την πιο πρόσφατη έκδοση του βλήματος 48N6 που εφοδιάζει τις συστοιχίες S-300 PMU-1 της ΠΑ. Τα βλήματα 9Μ96Ε και 9Μ96Ε2 είναι ενεργού καθοδήγησης τερματικής φάσης, έχουν ιδιαίτερα υψηλή ικανότητα εκτέλεσης ελιγμών και μέγιστη εμβέλεια 40 km και 120 km αντίστοιχα. Είναι ενδιαφέρον ότι η οικογένεια βλημάτων 9M96 παρουσίαστηκε πρώτη φορά στην Αθήνα και συγκεκριμένα το 1996 στο πλαίσιο της έκθεσης Defendory.

Παρόλο που κανένα σύστημα S-300/400 δεν έχει δοκιμαστεί ποτέ σε πολεμική σύρραξη και οι συνήθως αποσπασματικές και σχεδόν στο σύνολό τους ανεπίσημες αναφορές σχετικά με τις επιδόσεις του, δεν επιτρέπουν την ακριβή εκτίμηση των δυνατοτήτων του, η γενική παραδοχή είναι πως το S-400 είναι ένα σύστημα πολύ υψηλών επιδόσεων και η εισαγωγή του θα επηρεάσει την τοπική ισορροπία δυνάμεων.

Είναι γεγονός πως η χρήση του συστήματος, σε συνδυασμό μάλιστα με την παράλληλη ισχυροποίηση της αντιαεροπορικής άμυνας της Τουρκίας με άλλα συστήματα όπως το τοπικά αναπτυσσόμενο HISAR-O, θα περιορίσει τις πιθανές διαδρομές διείσδυσης της ΠΑ εντός της τουρκικής επικράτειας, θα αναγκάσει την ΠΑ να τροποποιήσει το σχεδιασμό των πακέτων κρούσης και ειδικότερα το εύρος του Hi σκέλους και το προφίλ πτήσης των αεροσκαφών συνοδείας και θα αποδεσμεύσει αεροσκάφη της THK από αποστολές CAP σε κάποιους τομείς. Δεν είναι επίσημα γνωστή η πρόθεση της ΤΗΚ σχετικά με τους χώρους ανάπτυξης των δύο συστημάτων S-400 και το πως οι θέσεις αυτές σχετίζονται με τους στόχους που έχει σε, απόρρητη προφανώς, προτεραίτητα προσβολής η ΠΑ. Φημολογείται πάντως πως το ένα θα τοποθετηθεί στην ευρύτερη περιοχή της Κωνσταντινούπολης και το δεύτερο στην περιοχή της Άγκυρας, το οικονομικό και πολιτικό κέντρο της γείτονος αντίστοιχα.

Η υψηλή πάντως κινητικότητα του συστήματος, επιτρέπει την γρήγορη μετακίνηση και ανάπτυξή του σε νέα περιοχή. Είναι δεδομένο πως η ΤΗΚ θα αναζητήσει, προεπιλέξει και προετοιμάσει διάφορες εναλλακτικές θέσεις τάξης. Ενδεχόμενη ανάπτυξη του συστήματος, σε περίοδο επιχειρήσεων, σχετικά κοντά στα μικρασιατικά παράλια, θα εισάγει στην εμβέλεια του S-400 μέρος της ανατολικής ελληνικής νησιωτικής επικράτειας, που με τη σειρά του θα δημιουργήσει επιχειρησιακούς περιορισμούς στην ΠΑ σε μεσαίο/μεγάλο ύψος.

Η φημολογούμενη ακτίνα εμπλοκής του ρωσικού αντιαεροπορικού συστήματος S-400, αρχικά γνωστού και ως S-300PMU-3. Από την ένταξή του σε υπηρεσία το 2007, το σύστημα δεν έχει δοκιμαστεί ποτέ σε πολεμική σύρραξη.

Ποια θα είναι όμως η πραγματική διάσταση της προστιθέμενης επιχειρησιακής αξίας που θα προκύψει από την ένταξή του συστήματος στο οπλοστάσιο της ΤΗΚ και τι δυνατότητες αντίδρασης έχει η ΠΑ; Η απάντηση στο πρώτο ερώτημα θα εξαρτηθεί σε σημαντικό βαθμό από δύο επιπρόσθετους παράγοντες, ανεξάρτητους των τεχνικών προδιαγραφών του S-400.

Σύμφωνα με τα όσα έχουν γίνει γνωστά μέχρι στιγμής, η Τουρκία θα προμηθευτεί 2 πλήρη συστήματα, με άγνωστη τελική σύνθεση και συνολικό φόρτο/τύπο βλημάτων, είναι όμως δεδομένο πως δεν θα εξαντληθούν οι σχετικές δυνατότητες, δηλαδή 8 σταθμοί 92Ν6Ε με 96 συνολικά μονάδες πυρός ανά σύστημα. Ερωτηματικό αποτελεί επίσης το κατά πόσο τα συστήματα που θα παραδοθούν στην Τουρκία θα αποτελούν κάποιου είδους εξαγωγική έκδοση υποβαθμισμένων επιδόσεων, τουλάχιστον σε σχέση με τα αντίστοιχα σε χρήση από τις ρωσικές ένοπλες δυνάμεις, αλλά και αν θα αποδεσμευθεί για εξαγωγή το βλήμα πολύ μεγάλης εμβέλειας 40Ν6, αν τελικά αυτό είναι πράγματι σε παραγωγή σήμερα.

Έντονο προβληματισμό προκαλεί επιπλέον το ζήτημα του IFF. Τα ραντάρ 91Ν6Ε και 92Ν6Ε ενσωματώνουν σύστημα IFF ρωσικής σχεδίασης, το οποίο δεν μπορεί να συνεργαστεί ως έχει με τους transponders δυτικού τύπου που είναι εγκατεστημένοι στα αεροσκάφη και ελικόπτερα των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων. Η εταιρία Aselsan κατασκευάζει interrogators μεγάλης εμβέλειας τελευταίας γενιάς Mark XIIA, που θα μπορούσαν ενδεχομένως να ενσωματωθούν και να συνεργαστούν με τα ραντάρ του S-400, όμως η απαίτηση χρήσης κρυπτοσυσκευών ΝΑΤΟικού τύπου για την κωδικοποίηση των μηνυμάτων του IFF δημιουργεί, για προφανείς λόγους, επιπρόσθετες δυσκολίες.

Αντίστοιχα, περίπλοκη αναμένεται να αποδειχθεί και η διασύνδεση του S-400 με το υπόλοιπο δίκτυο έγκαιρης προειδοποίησης και αεράμυνας της Τουρκίας, αν και η τουρκική πλευρά και συγκεκριμένα η εταιρία AYESAŞ έχει εκτεταμένη εμπειρία σε ζεύξης δεδομένων. Το προβληματικό σημείο δεν φαίνεται να είναι τόσο η διασύνδεση με το επίγειο δίκτυο έγκαιρης προειδοποίησης όσο η διασύνδεση με τα ΑΣΕΠΕ, τα αεροσκάφη της ΤΗΚ και τις υπόλοιπες αντιαεροπορικές μονάδες μέσου βεληνεκούς.

Αδυναμία ουσιαστικής επίλυσης του θέματος του IFF και της διασύνδεσης, θα περιορίσει δραστικά την επιχειρησιακή αποτελεσματικότητα του συστήματος ή θα αναγκάσει την ΤΗΚ να εισάγει σημαντικούς περιορισμούς πτήσης στους τομείς που θα καλύπτουν τα S-400.

Σχετικά με το ερώτημα της δυνατότητας αντίδρασης της ΠΑ, η απάντηση βρίσκεται αρχικά στο πλεονέκτημα που απολαμβάνει η ΠΑ μέσω της παρουσίας στο οπλοστάσιό της του συστήματος S-300 PMU-1. Αν και η έκδοση PMU-1 της ΠΑ υπολείπεται και διαφοροποιείται από την τελευταία έκδοση που θα παραλάβει η ΤΗΚ, η φιλοσοφία λειτουργίας αλλά και βασικά τεχνικά χαρακτηριστικά των υπομονάδων παραμένουν κοινά. Επίσης, η ΠΑ έχοντας σαφή γνώση των επιδόσεων των αισθητήρων και των βλημάτων της έκδοσης PMU-1, μπορεί να εκτιμήσει με καλύτερη ακρίβεια τις πραγματικές επιδόσεις της βελτιωμένης έκδοσης S-400.

Τα παραπάνω δεν αναιρούν την ανάγκη για μεγιστοποίηση της προσπάθειας συλλογής πληροφοριών σχετικά με το σύστημα. Η ΠΑ έχει αυξημένες δυνατότητες ELINT μέσω του ατρακτιδίου ASTAC, που θα τις χρησιμοποιήσει σε περίοδο σύρραξης, όπως επίσης και δορυφορικής παρατήρησης μέσω της συμμετοχής της στο πρόγραμμα Hélios 2Α/Β και MUSIS. Το βέλτιστο θα ήταν να μπορέσει να πραγματοποιηθεί εκτεταμένη συλλογή ηλεκτρονικών πληροφοριών για το σύστημα πριν την έναρξη των επιχειρήσεων, όμως κάτι τέτοιο θα απαιτήσει τη “συνεργασία” της ΤΗΚ, με τη τοποθέτηση και λειτουργία του συστήματος σε θέσεις εντός της εμβέλειας συλλογής των σχετικών αισθητήρων της ΠΑ από τα όρια του ελληνικού εναερίου χώρου, το οποίο όμως δεν είναι πιθανό να συμβεί.

Αποκτώντας σχετική γνώση των δυνατοτήτων του συστήματος και των θέσεων ανάπτυξης, η ΠΑ θα μπορέσει να σχεδιάσει εναλλακτικές διαδρομές κρούσης και να προετοιμάσει κατάλληλα ενδεχόμενη αποστολή DEAD κατά του συστήματος.

H ΠΑ θα πρέπει να εξετάσει την απόκτηση μικρού αριθμού βλημάτων αντί-ραντάρ AGM-88E Advanced Anti-Radiation Guided Missile (AARGM), βελτιωμένη έκδοση του AGM-88B HARM Block IIIA που διαθέτει σήμερα.

Είναι σημαντικό η ΠΑ να ενισχύσει το οπλοστάσιο της σε βλήματα αντι-ραντάρ και stand-off μεγάλης εμβέλειας. Η πιο πρόσφατη έκδοση AARGM του βλήματος AGM-88 HARM διαθέτει βελτιωμένο ερευνητή με διευρυμένη περιοχή συχνοτήτων, αυξημένη απόσταση εντοπισμού και ευρύτερη περιοχή έρευνας, σύστημα GPS/INS για την ενδιάμεση πλοήγηση στον στόχο και μικροκυματικό ερευνητή για χρήση στην τερματική φάση. Είναι σκόπιμη συνεπώς η εξέταση προμήθεια μικρού αριθμού AARGM που θα μπορέσουν να χρησιμοποιηθούν αποτελεσματικότερα στα πλαίσια μιας αποστολής με στόχο τις συστοιχίες S-400.

Σχετικά με τα βλήματα stand-off μεγάλης εμβέλειας, η αύξηση του αριθμού τους επιβάλλεται από το γεγονός ότι η ύπαρξη των S-400 θα αναγκάσει την ΠΑ να κάνει χρήση τέτοιου τύπου βλημάτων σε αρκετούς από τους στόχους εντός του τουρκικού εδάφους που, μέχρι πρότινος, ήταν εφικτή η σχετική διείσδυση και η ασφαλής προσβολή τους με βλήματα μικρότερης εμβέλειας.

Τέλος, με βάση πρωτίστως την εμπειρία της από την χρήση των S-300 PMU-1, η ΠΑ θα μπορούσε να εξετάσει τη χρησιμότητα ενίσχυσης των Σ/Α των μαχητικών της που θα αναλάβουν αποστολές κρούσης, μέσω της προμήθειας και ενσωμάτωσης συρόμενων δολωμάτων τα οποία γενικά θεωρούνται αρκετά αποτελεσματικά απέναντι σε βλήματα ημιενεργού καθοδήγησης.

Σημειώσεις:

[1] Η ΤΗΚ διέθετε, μέχρι και πριν από κάποια χρόνια, αριθμό Κ/Β MIM-14 Nike Hercules. Οκτώ Μοίρες MIM-14 ήταν αρχικά τοποθετημένες στην περιοχή ευρύτερη της Κωνσταντινούπολης αλλά από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 αυτές μεταφέρθηκαν σταδιακά σε θέσεις στα μικρασιατικά παράλια ή απενεργοποιήθηκαν. Ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι η λειτουργική κατάσταση του συστήματος ήταν καλή, η επιχειρησιακή του αξία ήταν πρακτικά μηδενική εδώ και πολλά χρόνια.

[2] Η επίδοση μέγιστης θεωρητικής εμβέλειας ενός αντιαεροπορικού βλήματος δεν θα πρέπει να συγχέεται με τη NEZ (No Escape Zone), η οποία συνήθως είναι αρκετά μικρότερη.