Η σημερινή πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας έχει κατά καιρούς εκφράσει εμμέσως τη θέλησή της να μεταπωλήσει τα ελικόπτερα τύπου ΝΗ90 της Αεροπορίας Στρατού (ΑΣ) και τα αεροσκάφη F-16 Block 30 της Πολεμικής Αεροπορίας (ΠΑ), ενώ έχει δρομολογήσει τις διαδικασίες πώλησης 19 ελικοπτέρων τύπου UH-1H της ΑΣ. Πόσο πιθανή όμως είναι η επιτυχημένη ολοκλήρωση των παραπάνω προθέσεων;
Αφού κάνουμε μια σύντομη αναφορά στις διαδικασίες και στο σχετικό νομικό πλαίσιο, θα εξετάσουμε ξεχωριστά τις τρεις παραπάνω περιπτώσεις.
Διαδικασία και νομικό πλαίσιο: Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία (Ν. 4407/2016, Άρθρο 34) για την πώληση, ανταλλαγή ή χρηματοδοτική μίσθωση στρατιωτικού εξοπλισμού των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, αυτός θα πρέπει πρώτα να χαρακτηριστεί ως μη επιχειρησιακά αναγκαίος, με απόφαση του Συμβουλίου Αρχηγών των Γενικών Επιτελείων (ΣΑΓΕ), η οποία εκδίδεται μετά από πρόταση του Ανωτάτου Συμβουλίου του οικείου Κλάδου. Εν συνεχεία, με απόφαση του ΥΕΘΑ και μετά από γνώμη της αρμόδιας Κοινοβουλευτικής Επιτροπής, καθορίζεται το ελάχιστο αποδεκτό αντάλλαγμα της πώλησης.
Ο προσδιορισμός του ελάχιστα αποδεκτού ανταλλάγματος δεν είναι αυθαίρετος. Προκύπτει με βάση την οικονομική αποτίμηση του υλικού, λαμβάνοντας υπόψη την παλαιότητά του, την κατάστασή του και, εφόσον ο εξοπλισμός είναι σχετικά σύγχρονος, το συνολικό άμεσο αλλά και έμμεσο κόστος του σχετικού προγράμματος προμήθειας του υλικού για το Ελληνικό Δημόσιο. Μεταπώληση του εξοπλισμού σε χαμηλότερο τίμημα από την αξία του ή ενδεχόμενη υποεκτίμηση αυτής, δημιουργεί ουσιαστικό κίνδυνο για όσους εμπλέκονται στη διαδικασία έγκρισης της πώλησης, να βρεθούν μπροστά σε σημαντικές ποινικές ευθύνες για πρόκληση οικονομικής ζημιάς στο Ελληνικό Δημόσιο.
Τα επόμενα βήματα είναι να καθοριστούν οι γενικοί και ειδικοί όροι πώλησης, να βρεθεί ενδιαφερόμενος αγοραστής, η χώρα αρχικής προέλευσης του υλικού να εγκρίνει την έκδοση νέου πιστοποιητικού τελικού χρήστη, σε περίπτωση διακρατικής συμφωνίας αυτή να εγκριθεί από το ΚΥΣΕΑ και τελικά να συμβασιοποιηθεί η μεταβίβαση.
Περίπτωση UH-1H: Η αποδέσμευση προς πώληση των 19 ελικοπτέρων UH-1H έχει εγκριθεί από το ΣΑΓΕ και μετέπειτα, στις 30 Ιουλίου του 2014, από την Ειδική Διαρκή Επιτροπή Εξοπλιστικών Προγραμμάτων και Συμβάσεων της Βουλής, κατόπιν σχετικής εισήγησης του τότε ΥΕΘΑ Δ. Αβραμόπουλου. Πριν λίγες εβδομάδες, συγκροτήθηκε η Επιτροπή Επιτελικής Επεξεργασίας και Τροποποίησης Γενικών και Ειδικών Όρων του σχετικού προγράμματος.
Η συνολική οικονομική αποτίμηση του υλικού είναι στα 14.500.000€, δηλαδή τιμή μονάδας περίπου 763.000€. Είναι άγνωστη η ηλικία, ο αριθμός των ωρών πτήσης, η παρούσα κατάσταση, το πότε έγινε η τελευταία ΚΦΕΣ/PDM και ο συνοδευτικός εξοπλισμός (π.χ. ανταλλακτικά) των προσφερόμενων ελικοπτέρων. Σε κάθε όμως περίπτωση το προσδοκώμενο τίμημα θεωρείται αρκετά υψηλό. Στο ίδιο επίπεδο τιμής υπάρχουν σήμερα διαθέσιμα στη διεθνή αγορά πλήρως ανακατασκευασμένα ελικόπτερα UH-1H, εφοδιασμένα με τον αναβαθμισμένο κινητήρα T53-L703 (1800 HP) και κιβώτιο 212.
Παράλληλα, ο σχετικά μεγάλος (19) αριθμός των προσφερόμενων ελικοπτέρων, η έλλειψη εκτενούς δικτύου ΑΚΑΜ που θα μπορούσαν να προωθήσουν την πώληση αλλά και το γεγονός ότι πλέον τα ελικόπτερα του τύπου παραχωρούνται, στις αναπτυσσόμενες χώρες, συνήθως δωρεάν από τους πρώην χρήστες τους, στo πλαίσιo αμυντικής βοήθειας και εξωτερικής πολιτικής, λειτουργούν αρνητικά ως προς την πιθανότητα πώλησης.
Η προοπτική με τις περισσότερες πιθανότητες επιτυχίας, θα ήταν να γίνει προσπάθεια πώλησης των ελικοπτέρων σε μια από τις ιδιωτικές εταιρίες, κυρίως στις ΗΠΑ, που αναλαμβάνουν να ανακατασκευάσουν/εκσυγχρονίσουν τέτοιου τύπου ελικόπτερα, προκειμένου εν συνεχεία είτε να τα πουλήσουν είτε να τα εκμισθώσουν με μακροχρόνιες συμβάσεις (leasing). Στην περίπτωση όμως αυτή, το τίμημα θα κινηθεί χαμηλότερα από το 50% της σημερινής αποτίμησης.
Περίπτωση NH90: Ενώ διεθνώς είναι σχετικά συχνή πρακτική η μεταπώληση/μεταβίβαση οπλικών συστημάτων, είναι σπάνια η περίπτωση της μεταπώλησης ενός καινούργιου και σύγχρονου συστήματος, όπως το ΝΗ90 της ΑΣ, το οποίο εξακολουθεί να είναι σε παραγωγή και σε πλήρη εμπορική διαθεσιμότητα. Η συγκεκριμένη παράμετρος έχει ιδιαίτερη σημασία και ο σχεδιασμός της ενδεχόμενης μεταπώλησης οφείλει να τη λάβει σοβαρά υπόψη.
Από τη στιγμή που η γραμμή παραγωγής του NH90 είναι ανοιχτή, οποιαδήποτε προσπάθεια μεταπώλησης των σχεδόν αμεταχείριστων ελικοπτέρων της ΑΣ, θα έρθει σε ευθεία σύγκρουση με την προοπτική πώλησης νέων ελικοπτέρων από την κατασκευάστρια εταιρία NHΙndustries (NHI).
Δημιουργούνται συνεπώς δύο εκδοχές. Είτε μια ενδεχόμενη ελληνική πρόταση μεταπώλησης θα χρησιμοποιηθεί από την ενδιαφερόμενη χώρα απλώς ως εμπορικός “λαγός” για την επίτευξη καλύτερων όρων με την ΝΗΙ, είτε η προσφορά των ΝΗ90 της ΑΣ θα θέσει σε φάση ακύρωσης ή περικοπής την προοπτική πώλησης νέων ελικοπτέρων από τη γραμμή παραγωγής της NHI, προξενώντας της σημαντική οικονομική απώλεια εσόδων.
Η οικονομική ζημιά της γαλλικών, γερμανικών, ιταλικών και ολλανδικών συμφερόντων [1] κατασκευάστριας εταιρίας NHI, θα ήταν αδιάφορη για την ελληνική πλευρά, αν η οποιαδήποτε μεταπώληση των ΝΗ90 της ΑΣ δεν εξαρτιόταν από την έγκριση της Γαλλικής Κυβέρνησης για την έκδοση νέου πιστοποιητικού τελικού χρήστη. Το πιστοποιητικό τελικού χρήστη δεν πρέπει να συγχέεται με την άδεια εξαγωγής. Η Γαλλική Κυβέρνηση εν προκειμένω, μπορεί να εγκρίνει άμεσα την εξαγωγή νέων ελικοπτέρων NH90 σε μια χώρα, αλλά με διάφορες προφάσεις να καθυστερήσει για μεγάλο χρονικό διάστημα την έκδοση νέου πιστοποιητικού χρήστη των ελικοπτέρων ΝΗ90 της ΑΣ, για την ίδια χώρα.
Θα ήταν επίσης αδιάφορη η οικονομική ζημιά και η αντίδραση της κατασκευάστριας εταιρίας NHI, αν η ελληνική πλευρά δεν χρειαζόταν τη συναίνεση και τη συνδρομή της για την εύρυθμη υλοποίηση της μεταπώλησης. Για παράδειγμα, οι συμβατικές υποχρεώσεις εγγύησης και παροχής ανταλλακτικών και εν συνεχεία υποστήριξης που δεσμεύουν σήμερα την κατασκευάστρια εταιρία απέναντι στην ΑΣ, δεν μεταβιβάζονται χωρίς τη συναίνεση της ΝΗΙ και προφανώς καμία χώρα δεν θα δεχθεί να εντάξει σε υπηρεσία εναέρια μέσα τέτοιας πολυπλοκότητας, χωρίς συγκεκριμένες συμβατικές δεσμεύσεις μετέπειτα υποστήριξης.
Επομένως, η αντίθεση συμφερόντων με την κατασκευάστρια εταιρία μπορεί να καθυστερήσει, να δυσχεράνει ή ακόμα και να καταστήσει οικονομικά ασύμφορη την μεταπώληση για τον επίδοξο αγοραστή, πρακτικά ακυρώνοντάς την.
Υπάρχει και μια επιπρόσθετη, ίσως περισσότερο σημαντική παράμετρος, που πρέπει να ληφθεί υπόψη. Η τιμή μεταπώλησης θα πρέπει προφανώς να είναι δελεαστική σε σχέση με την τιμή αγοράς, όπως αυτή έχει διαμορφωθεί σήμερα και προσφέρεται από την ΝΗΙ, για αντίστοιχης διαμόρφωσης καινούργια ελικόπτερα. Με δεδομένο το υψηλό συνολικό τίμημα με το οποίο προμηθεύεται η ΑΣ τα ελικόπτερα NH90, με βάση τη Σύμβαση 034Α/03, αλλά και το γεγονός ότι πρόκειται για σχεδόν αχρησιμοποίητο εξοπλισμό και επομένως η απομείωση αξίας είναι μικρή, η αξία των ελικοπτέρων είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν θα προκύψει ανταγωνιστική μιας σημερινής προσφοράς της NHI.
Συμπερασματικά, ακόμα κι αν υποτεθεί ότι η ΑΣ συναινέσει στην πώληση των ελικοπτέρων NH90, οι πιθανότητες επιτυχίας μιας τέτοιας προσπάθειας είναι σχεδόν μηδενικές. Το εγχείρημα ίσως να είχε καλύτερη τύχη αν η προσπάθεια γινόταν σε στενή συνεργασία με την ΝΗΙ, σε μια αντίστοιχη περίπτωση με τα τέσσερα C-27J Spartan της ΠΑ. Εκεί όμως, αφενός υπήρχε ακόμα ανοικτή η εκκρεμότητα της παροχής Πιστοποιητικού Στρατιωτικού Τύπου (MTC) για το σύστημα ανεφοδιασμού εν πτήσει, που δημιουργούσε ένα ουσιαστικό τεχνικό και οικονομικό ρίσκο το οποίο ήθελε να αποφύγει η κατασκευάστρια εταιρία LMATTS, αφετέρου υπήρξε άμεση, και ενδεχομένως προαποφασισμένη, πώληση στο Μεξικό των 4 ήδη κατασκευασμένων αεροσκαφών του ελληνικού προγράμματος, σε τιμή μάλιστα πολύ υψηλότερη από αυτήν που είχε συμφωνηθεί με την Ελλάδα, η οποία κατά γενική ομολογία ήταν υποκοστολογημένη. Στην περίπτωση των ΝΗ90 καμία αντίστοιχη συνθήκη δεν ισχύει. Τα τεχνικά προβλήματα έχουν πλέον ξεπεραστεί ενώ η το συνολικό κόστος του ελληνικού προγράμματος προμήθειας είναι αρκετά υψηλό.
Περίπτωση F-16C/D Block 30: Παρόλο που το σενάριο πώλησης των 32 F-16C/D Block 30 της ΠΑ έχει εμφανιστεί αρκετές φορές και σε διάφορες παραλλαγές στην ελληνική αμυντική ειδησιογραφία, δεν υπάρχει μέχρι σήμερα, από όσο είναι γνωστό, καμία εισήγηση του ΑΑΣ και αντίστοιχη έγκριση του ΣΑΓΕ σχετικά με την μη επιχειρησιακή αναγκαιότητα των συγκεκριμένων αεροσκαφών. Mε δεδομένα το αριθμητικό εύρος της απειλής, την ποιοτική αναβάθμισή της και τη μεσοπρόθεσμη οικονομική αδυναμία της ΠΑ να εκκινήσει πρόγραμμα προμήθειας Νέου Μαχητικού Αεροσκάφους, είναι αμφίβολο αν η ηγεσία της ΠΑ θα δεχτεί να αποδεσμεύσει τα εν λόγω αεροσκάφη για πώληση.
Αν πάντως θεωρήσουμε ότι το ΑΑΣ και το ΣΑΓΕ αποφασίσουν να κρίνουν τα συγκεκριμένα αεροσκάφη ως μη επιχειρησιακά αναγκαία, οι χώρες που έχουν ενδιαφερθεί ή θα μπορούσαν δυνητικά να ενδιαφερθούν για την αγορά τους είναι η Κροατία, η Ρουμανία, η Βουλγαρία, η Σλοβενία, η Κολομβία και το Πακιστάν.
Η Κροατία έχει αποστείλει από τα τέλη Ιουλίου επίσημο σχετικό αίτημα προσφοράς προς τη χώρας μας (F-16), το Ισραήλ (F-16), τις ΗΠΑ (F-16), τη Σουηδία (Gripen JAS-39) και τη Κορέα (FA-50), για αδιευκρίνιστο αριθμό αεροσκαφών, που σύμφωνα όμως με εκτιμήσεις αφορά το μέγιστο 12 αεροσκάφη, και εκτιμώμενη παράδοση του πρώτου αεροσκάφους στο τέλος του 2020. Σημειώνεται ότι δεν είναι η πρώτη φορά που η Κροατία αποστέλλει σχετικό αίτημα, αν και είναι η πρώτη φορά που αποδέκτης του είναι και η χώρας μας. Το ενδιαφέρον της Κροατίας για νέα ή μεταχειρισμένα μαχητικά αεροσκάφη χρονολογείται από το 1998, με την έλλειψη πόρων να είναι ο κύριος λόγος που μέχρι σήμερα δεν έχει παρθεί κάποια απόφαση.
Ο συνολικός ετήσιος αμυντικός προϋπολογισμός της Κροατίας είναι περίπου 600 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων η δέσμευση για νέο εξοπλισμό και υποδομές αφορά σήμερα το 12%, δηλαδή περίπου 70 εκατ. ευρώ. Η πρόβλεψη είναι πως μέχρι το 2024, μέσω της δραστικής μείωσης του κόστους για το προσωπικό, το ποσοστό για νέους εξοπλισμούς και υποδομές θα ανέλθει σταδιακά στο επίπεδο του 20%, δηλαδή περίπου 120 εκατ. ευρώ. Εφόσον η προσπάθεια μείωσης του προσωπικού δεν ανακοπεί, προβλέπεται πως στην τετραετία 2018 – 2021 θα διατεθούν συνολικά 300 εκατ. ευρώ για νέους εξοπλισμούς και υποδομές, με άλλα 300 εκατ. ευρώ στη τριετία 2022 – 2024.
Με βάση την αντίστοιχη προμήθεια της Ρουμανίας το 2013 από την Πορτογαλία/ΗΠΑ, το εκτιμώμενο συνολικό κόστος μιας προμήθειας 12 μεταχειρισμένων/αναβαθμισμένων F-16, μαζί με το κόστος δημιουργίας της σχετικής υποδομής, της εκπαίδευσης των χειριστών/τεχνικών, της δημιουργίας αποθέματος ανταλλακτικών και της αγοράς όπλων, ξεπερνά τα 600 εκατ. ευρώ [2].
Καθώς το μεσοπρόθεσμο εξοπλιστικό πρόγραμμα της Κροατίας, μέχρι το 2024, περιλαμβάνει επιπλέον αναγκαίες προμήθειες, όπως Α/Α συστήματα μικρού βεληνεκούς, συστήματα επικοινωνιών, αναβάθμιση ελικοπτέρων και αρμάτων μάχης, παράκτια περιπολικά κλπ, είναι μάλλον απίθανο το ενδεχόμενο ολοκλήρωσης της αγοράς μαχητικών αεροσκαφών, τουλάχιστον στο ανακοινώσιμο χρονοδιάγραμμα. Εφόσον δεν ακυρωθεί ή μετατεθεί χρονικά και αυτό το RFP της Κροατίας, η πιθανότερη εξέλιξη θεωρείται η μακροχρόνια χρηματοδοτική μίσθωση ενός αριθμού 6 – 8 αεροσκαφών, με τον ανάδοχο να αναλαμβάνει την υποχρέωση της συντήρησης με τη δημιουργία τοπικής υποδομής και την διάρκεια μίσθωσης και αποπληρωμής να εκτείνεται στα 15 με 20 χρόνια.
Η Βουλγαρική Πολεμική Αεροπορία είναι επίσης σε αναζήτηση προμήθειας 8 νέων μαχητικών αεροσκαφών, εδώ και αρκετά χρόνια. Η πιο πρόσφατη σχετική διαγωνιστική διαδικασία ολοκληρώθηκε πριν λίγους μήνες, με το Gripen JAS-39C/D της SAAB να κατατάσσεται πρώτο ακολουθούμενο από την ιταλική πρόταση για μεταχειρισμένα Eurofighter Typhoon Tranche-1. H συνδυασμένη πρόταση ΗΠΑ / Πορτογαλίας για μεταχειρισμένα F-16 απορρίφθηκε για τεχνικούς και οικονομικούς λόγους. Η κυβέρνηση της Βουλγαρίας περιμένει την ολοκλήρωση της έρευνας του κοινοβουλίου της χώρας για τον τρόπο διεξαγωγής του διαγωνισμού, προκειμένου να αποφασίσει αν θα ξεκινήσει τις διαπραγματεύσεις με την SAAB.
Τον περασμένο Μάρτιο, ο υπουργός άμυνας της Ρουμανίας δήλωσε ότι η χώρα του εξετάζει το ενδεχόμενο προμήθειας επιπλέον 20 αεροσκαφών τύπου F-16, χωρίς να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες, σύμφωνα με πληροφορίες όμως αυτά θα προέλθουν από τα αμερικανικά αποθέματα. Η Σλοβακία ενδιαφέρεται από το 1997 για να εφοδιαστεί με σύγχρονα μαχητικά αεροσκάφη αλλά λόγω του περιορισμένου αμυντικού προϋπολογισμού της, είναι απίθανο να προχωρήσει μεσοπρόθεσμα σε κάποια προμήθεια, εκτός αν της προσφερθούν δωρεάν. Η Κολομβία είναι επίσης σε αναζήτηση μεταχειρισμένων μαχητικών αεροσκαφών και πριν δύο χρόνια η Γαλλία πρόσφερε 18 μεταχειρισμένα Mirage 2000-5F της Armée de l’Air. Έντονο ενδιαφέρον έχει δείξει και το Ισραήλ, το οποίο και διατηρεί μακροχρόνιους δεσμούς με την πολεμικής αεροπορία της χώρας λόγω της χρήσης των Kfir, για την προμήθεια μεταχειρισμένων αεροσκαφών τύπου F-16 που έχει αποσύρει η IAF. Τέλος, το Πακιστάν αποτελεί μια δυνητική αγορά, θεωρείται όμως δεδομένο πως οποιαδήποτε νέα προμήθεια θα προέλθει από την Ιορδανία, σε συμπλήρωση αντίστοιχης παλιότερης μεταπώλησης, και αναβάθμισης των αεροσκαφών στην τουρκική ΤΑΙ.
Από τα παραπάνω προκύπτει ότι ακόμα κι αν η ΠΑ αποφασίσει να διαθέσει προς πώληση τα 32 F-16C/D Block 30 προκειμένου να χρηματοδοτήσει το πρόγραμμα εκσυγχρονισμού του υπόλοιπου στόλου της, θα βρεθεί μπροστά σε μια ιδιαίτερα ανταγωνιστική αγορά, με πληθώρα προσφοράς μεταχειρισμένων αεροσκαφών κυρίως όμως με υποψήφιους αγοραστές με πολύ περιορισμένο προϋπολογισμό. Χωρίς τεχνογνωσία και εμπειρία σε αντίστοιχες διαδικασίες, χωρίς την υποστήριξη εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας που να μπορεί να μεταφέρει έργο και να υποστηρίξει με επενδύσεις την πώληση, χωρίς ουσιαστική δυνατότητα παροχής μακροχρόνιας χρηματοδότησης αλλά αντίθετα με ανάγκη εμπροσθοβαρούς πλάνου αποπληρωμής και χωρίς μεγάλη ευελιξία στη διαμόρφωση της τιμής, οι πιθανότητες επιτυχίας του εγχειρήματος είναι εξαιρετικά περιορισμένες. Κάποια από τα παραπάνω, όπως η έλλειψη τεχνογνωσίας, μπορούν να ξεπεραστούν εφόσον η ελληνική προσπάθεια υποστηριχθεί από την κατασκευάστρια εταιρία Lockheed Martin (LM), όμως και πάλι το ζήτημα του περιορισμένου προϋπολογισμού των υποψήφιων αγοραστών παραμένει ανυπέρβλητο.
Πρακτικά, η μόνη άμεση λύση χρηματοδότησης του ελληνικού προγράμματος εκσυγχρονισμού των F-16 μέσω των αεροσκαφών Block 30, πάντα εφόσον συμφωνήσει η ΠΑ στην αποδέσμευσή τους, είναι η μετατόπιση του “προβλήματος” από την ελληνική πλευρά στην LM. Αντί το ΥΠΕΘΑ να προσπαθήσει να βρει αγοραστή, θα πρέπει στις διαπραγματεύσεις να ζητήσει από την LM να αγοράσει με την διαδικασία buy-back και να αφαιρέσει από την τιμή του εκσυγχρονισμού, τόσο τα αεροσκάφη Block 30 όσο και όλα τα απάρτια που θα προκύψουν από τα υπόλοιπα Block. Η LM μπορεί στη συνέχεια να αναλάβει τον εκσυγχρονισμό, την προώθηση και τη διάθεση των Block 30, ανεξάρτητα από το ελληνικό πρόγραμμα. Βέβαια, μια τέτοια πρόταση απαιτεί από το ΥΠΕΘΑ να δείξει απέναντι στην LM την ίδια πυγμή και διάθεση υπεράσπισης των ελληνικών συμφερόντων που επιδεικνύει και απέναντι στην ευρωπαϊκη αμυντική βιομηχανία.
Σημειώσεις:
[1] Η μετοχική σύνθεση της NHIndustries SAS είναι 31,25% στην γαλλική Airbus Helicopters, 31,25% στην γερμανική Airbus Helicopters Deutschland, 32% στην ιταλική Leonardo Helicopters και 5,5% στην ολλανδική Fokker.
[2] Το συνολικό κόστος της αντίστοιχης προμήθειας της Ρουμανικής Πολεμικής Αεροπορίας το 2013, ανήλθε στο ποσό των 628 εκατ. ευρώ, με την Πορτογαλική Αεροπορία να λαμβάνει 78 εκατ. ευρώ για την μεταπώληση 9 F-16AM/BM (επιπλέον 3 αεροσκάφη προήλθαν από τα αμερικανικά αποθέματα).