Είναι χειρότερο από έγκλημα, είναι λάθος!

0
2740

Η e-Amyna δεν συνηθίζει τις κραυγές και προσπαθεί να αντιμετωπίζει τα εθνικά θέματα με πατριωτισμό μεν, αλλά και με ψυχραιμία και λογική. Όμως μερικές φορές η ίδια η λογική επιτάσσει τις κραυγές. Η συμφωνία που εξήγγειλε ο Α. Τσίπρας σχετικά με την ονομασία της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, είναι μία από αυτές τις φορές.

Υπό κανονικές συνθήκες θα έπρεπε κανείς να περιμένει τη δημοσίευση του κειμένου της συμφωνίας πριν πάρει θέση. Όμως οι στιγμές είναι κρίσιμες, και η εσκεμμένη καθυστέρηση της δημοσιοποίησης του κειμένου της συμφωνίας (σχεδιασμένη με στόχο να “ζωγραφίσει” η κυβέρνηση ανενόχλητη τη συμφωνία) δεν πρέπει να παραλύσει τη δημόσια κατακραυγή. Άλλωστε όσα αποκάλυψε ο Α. Τσίπρας στο τηλεοπτικό του “διάγγελμα” σχετικά με το περιεχόμενο της συμφωνίας του με τον σκοπιανό πρωθυπουργό, είναι αρκούντως τραγικά.

Το πλέον τραγικό δεν είναι η (κακή) ονομασία “Βόρεια Μακεδονία”, αλλά ο συνδυασμός της με την  αναγνώριση από την Ελλάδα διακριτής “μακεδονικής” εθνότητας και “μακεδονικής” γλώσσας. Αυτός ο συνδυασμός περιέχει το σπέρμα του αλυτρωτισμού και της μελλοντικής διεκδίκησης ελληνικών εδαφών με όχημα “μακεδονική” μειονότητα στην Ελλάδα.

Διότι, εφ’ όσον η Ελλάδα αναγνωρίσει ότι το κράτος ονομάζεται μεν “Βόρεια Μακεδονία” (τμήμα της γεωγραφικής περιοχής της Μακεδονίας) αλλά ότι κατοικείται από “Μακεδόνες” που μιλούν “μακεδονικά”, θα αναγνωρίσει ότι οι κάτοικοι της “Βόρειας Μακεδονίας” είναι οι εθνικά και γλωσσικά Μακεδόνες, που απλώς τυχαίνει να κατοικούν στο βόρειο τμήμα της γεωγραφικής Μακεδονίας. Το μείζον, δηλαδή η αναγνώριση της εθνότητας και της γλώσσας ως “μακεδονικής”, η αυτονόμηση του προσδιορισμού “μακεδονικό”, η ταύτισή του με το σλαβόφωνο και ο διαχωρισμός του από ο,τιδήποτε ελληνικό, θα έχει επιτευχθεί για τους Σκοπιανούς.

Το επόμενο βήμα, σε εύθετο χρόνο, είναι προβλέψιμο: θα είναι η προβολή της ύπαρξης “μακεδονικής” μειονότητας στην (ακόμα) ελληνική Μακεδονία – τη “Νότια Μακεδονία” όπως θα προκύπτει εξ αντιδιαστολής με τη “Βόρεια”, προκαλώντας διεθνώς συνειρμούς περί “ανάγκης επανένωσης”, ανάλογης π.χ. της Δυτικής και Ανατολικής Γερμανίας. Οι διάφοροι πράκτορες του “μακεδονισμού” (βλ. “Ουράνιο Τόξο”) στα σλαβόφωνα χωριά της Δ. Μακεδονίας (που παραμένουν αξιοσημείωτα “ήσυχοι” τα τελευταία χρόνια) θα έχουν τη δυνατότητα να προβληθούν διεθνώς ως εθνική μειονότητα (της, αναγνωρισμένης πλέον από την Ελλάδα “μακεδονικής” εθνότητας) και να διεκδικήσουν ανάλογα δικαιώματα. Η συνέχεια θα εξαρτηθεί από τους συσχετισμούς δυνάμεων και τις ευρύτερες εξελίξεις στην περιοχή. Αλλά το όχημα του αλυτρωτισμού θα έχει δημιουργηθεί, με ελληνική σφραγίδα και υπογραφή.

Όλα τα υπόλοιπα θέματα είναι δευτερεύοντα. Όπως το έθεσε ο Σ. Λυγερός, είναι γελοίο η κυβέρνηση να ομιλεί για απαλοιφή αλυτρωτικών αναφορών στο Σύνταγμα της ΠΓΔΜ, όταν αποδέχεται το βασικό όχημα του αλυτρωτισμού που είναι το όνομα της εθνότητας/γλώσσας. Εξ ίσου γελοία είναι πια και η συζήτηση περί ονομασίας erga omnes (έναντι όλων): η συζήτηση αυτή είχε νόημα, όσο αναφερόταν σε νέα ονομασία που θα ακύρωσε το σκοπιανό αλυτρωτισμό. Εάν η ονομασία εμπεριέχει το σκοπιανό αλυτρωτισμό, η ισχύς της erga omnes εξυπηρετεί τα Σκόπια και όχι την Ελλάδα. Τέλος, ελάχιστη σημασία θα έχει η επίσημη διευκρίνιση (με όποια μορφή δοθεί) ότι οι σημερινοί “Μακεδόνες” δεν έλκουν την καταγωγή τους από την ελληνιστική αρχαιότητα, αλλά από τα μεταγενέστερα σλαβικά φύλα. Διότι ο ιδρυτικός εθνικός μύθος λειτουργεί σε επίπεδο κοινωνίας και δεν ακυρώνεται από διαβεβαιώσεις πρωθυπουργών. Αντιθέτως ο αλυτρωτισμός, που λειτουργεί και σε επίπεδο κράτους, δεν θα έχει πια ανάγκη την αναγωγή στο Μ. Αλέξανδρο: θα του αρκεί η αναγνώριση της διακριτής “μακεδονικής” εθνότητας και η αξιοποίησή της.

Η ελληνικότητα της Μακεδονίας στους σύγχρονους χρόνους δεν ήταν δεδομένη. Κερδήθηκε και στερεώθηκε στις αρχές του 20ου αιώνα με τους αγώνες και το αίμα πατριωτών σαν τον Παύλο Μελά, τον Γερμανό Καραβαγγέλη, τον Λάμπρο Κορομηλά, και χιλιάδων άλλων, επώνυμων και ανώνυμων, που αντιμετώπισαν τον τουρκικό ζυγό και τη βουλγαρική αγριότητα. Η ελληνικότητα της Μακεδονίας διατηρήθηκε στη συνέχεια με τους αγώνες και το αίμα χιλιάδων Ελλήνων στρατιωτών, που κατά τον Εμφύλιο απέτρεψαν τους σχεδιασμούς των πολιτικών προγόνων της σημερινής κυβέρνησης. Και είναι πικρή η διαπίστωση ότι οι σημερινοί Έλληνες ξέχασαν το αίμα των προγόνων τους και τα διδάγματα της ιστορίας, δίνοντας την εξουσία σε μια πολιτική δύναμη που είχε εξαγγείλει ανοιχτά τις αποφάσεις που παίρνει σήμερα.

Υπάρχει ακόμα χρόνος, και υπάρχουν τρόποι, για να αποτραπεί η απειλούμενη εθνική ζημιά. Δεν ελπίζουμε ούτε στον καρεκλοθήρα Π. Καμμένο να “σταματήσει το τρενάκι” όπως κάποτε υποσχόταν, ούτε στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να αναλάβει τις ευθύνες του. Όμως καμία διεθνής συμφωνία δεν δεσμεύει την Ελλάδα ως κράτος, αν δεν κυρωθεί από τη Βουλή – και εκεί θα μετρηθεί κάθε πολιτική δύναμη και κάθε βουλευτής ατομικά με την Ιστορία. Ως τότε, δική μας ευθύνη ως πολιτών είναι να τους δείξουμε, με την αντίδρασή μας, πόσο βαρύ είναι το χρέος τους.

*Η φράση “Είναι χειρότερο από έγκλημα, είναι λάθος” αποδίδεται στον Ταλεϋράνδο (Charles Maurice de Talleyrand, 1754-1838), δεινό διπλωμάτη που υπηρέτησε ως υπουργός Εξωτερικών και πρωθυπουργός της Γαλλίας υπό το Διευθυντήριο, τον Ναπολέοντα και τον Λουδοβίκο XVIII