Σε απάντηση σχετικής ερώτησης που κατέθεσε ο βουλευτής της γαλλικής Εθνοσυνέλευσης François Cornut-Gentille, το γαλλικό υπουργείο Εθνικής Άμυνας δημοσιοποίησε πρόσφατα τα ποσοστά διαθεσιμότητας των αεροσκαφών της Γαλλικής Πολεμικής Αεροπορίας (Armée de l’Αir) για το 2016.
Συγκεκριμένα, οι αριθμοί των αεροσκαφών σε υπηρεσία και οι αντίστοιχες διαθεσιμότητες για το 2014, το 2015 και το 2016, φαίνονται στον ακόλουθο πίνακα:
Σημειώνεται ότι οι παραπάνω διαθεσιμότητες αντιστοιχούν σε αεροσκάφη τα οποία βρίσκονται σε κατάσταση ετοιμότητας μέχρι και 6 ωρών. Για προφανείς λόγους δεν αποδεσμεύτηκαν στοιχεία για τα αεροσκάφη πυρηνικής κρούσης Mirage 2000N και τα αεροσκάφη εναέριου ανεφοδιασμού KC-135. Επίσης, δεν αποδεσμεύθηκαν στοιχεία για την διαθεσιμότητα των μεταφορικών A400M, σύμφωνα όμως με πληροφορίες αυτή είναι ιδιαίτερα χαμηλή. Σχετικά πάντως με την κάλυψη των επιχειρησιακών αναγκών αερομεταφορών, είναι αξιοσημείωτο ότι εντός του 2016 η Armée de l’Αir αναγκάστηκε ή προτίμησε να νοικιάσει πολιτικά μεταγωγικά για περί τις 600 πτητικές ώρες, συν πρόσθετες ώρες από μεταγωγικά C-17 Globemaster της RAF για μεταφορά ειδικών φορτίων, ενώ συγχρόνως έθεσε παραγγελία για δύο C-130J και δύο KC-130J.
Παρόλο που οι δημοσιευμένες διαθεσιμότητες χαρακτηρίζονται χαμηλές, δεν πρέπει να μας οδηγήσουν σε άμεσα συμπεράσματα για την αξιοπιστία των μέσων της Armée de l’Αir και την δυνατότητά της να διεξάγει επιχειρήσεις περιορισμένης ή μεγάλης κλίμακας. Για την ακρίβεια, η δημοσιευμένη γενική πληροφορία αποτελεί μια χρήσιμη και ισχυρή ένδειξη αλλά δεν επαρκεί από μόνη της για την ασφαλή εξαγωγή σχετικών συμπερασμάτων. Η ολοκληρωμένη εικόνα απαιτεί τη γνώση και την αντιπαραβολή του απαιτούμενου αριθμού διαθέσιμων μέσων και ωρών πτήσης που προβλέπει για την ειρηνική περίοδο το επιχειρησιακό δόγμα και πλαίσιο λειτουργίας της Armée de l’Αir. Η επίτευξη της μέγιστης διαθεσιμότητας σε ειρηνική περίοδο είναι φυσικά επιθυμητή αλλά δεν είναι αυτοσκοπός. Κύριος στόχος είναι η κάλυψη των προβλεπόμενων σε καιρό ειρήνης επιχειρησιακών αναγκών, εκπαιδευτικών και μη και η διατήρηση της πτητικής επάρκειας του προσωπικού, με το χαμηλότερο δυνατό λειτουργικό κόστος και την μικρότερη και ισομερώς κατανεμημένη καταπόνηση/φθορά των ιπτάμενων μέσων. Εφόσον τα παραπάνω καλύπτονται επαρκώς, η σημασία του ποσοστού της διαθεσιμότητας σε ειρηνική περίοδο περιορίζεται.
Προφανώς βέβαια, αυτή παραμένει ως μια από τις παραμέτρους που επηρεάζουν την αμεσότητα επίτευξης της προβλεπόμενης διαθεσιμότητας σε περίοδο κρίσης/σύρραξης, μαζί όμως με το στοκ ανταλλακτικών, τις υποδομές συντήρησης/επισκευών καθώς και τον αριθμό και την επάρκεια του τεχνικού και ιπτάμενου προσωπικού. Τα παραπάνω, μαζί με τον ρυθμό εμφάνισης βλαβών, τις απαιτήσεις συντήρησης ανά ώρα πτήσης, τους μέσους χρόνους επιδιόρθωσης και αποκατάστασης βλαβών/ζημιών και την αδιάλειπτη ροή ανταλλακτικών, καθορίζουν την κρίσιμη δυνατότητα διατήρησης της διαθεσιμότητας σε υψηλά επίπεδα σε περιβάλλον πραγματικών επιχειρήσεων, πολλαπλών εξόδων και συνεχούς χρήσης.
Είναι ενδεικτικό ότι σε πρόσφατη ανάπτυξη δύναμης 24 αεροσκαφών Rafale M της Aéronavale επί του αεροπλανοφόρου Charles de Gaulle, κατά τη διάρκεια πραγματικών επιχειρήσεων διάρκειας 2,5 μηνών όπου και πραγματοποιήθηκαν 500 έξοδοι με 2,700 συνολικές ώρες πτήσεων, η διαθεσιμότητα του αεροσκάφους ήταν 94%, επίδοση εξαιρετική.
Συμπερασματικά, τα χαμηλά ποσοστά διαθεσιμότητας σε περίοδο ειρήνης μπορεί υπό προϋποθέσεις να είναι αποδεκτά εφόσον είναι προϊόν εσκεμμένης διαχείρισης ανθρώπινων και υλικών πόρων, ορθολογικότερης κατανομής κονδυλίων και προγραμματισμού προμηθειών ή εκσυγχρονισμών. Εφόσον όμως οδηγούν σε αδυναμία εκτέλεσης των προβλεπόμενων αποστολών σε περίοδο ειρήνης και επηρεάζουν είτε την διατήρηση της επάρκειας του ιπτάμενου και του τεχνικού προσωπικού, είτε τη δυνατότητα άμεσης επίτευξης και διατήρησης των οροφών που προβλέπει το επιχειρησιακό δόγμα σε περίοδο κρίσης/σύρραξης, αποτελούν παράγοντα έντονης ανησυχίας που χρήζει άμεσης επέμβασης. Τα παραπάνω δεν ισχύουν μόνο για την Armée de l’Αir αλλά και για οποιαδήποτε άλλη Αεροπορία.