Γράφει ο Άγγελος Μ. Συρίγος*
Το βράδυ της Δευτέρας οι Τούρκοι άλλαξαν ύστερα από δεκαετίες την τακτική τους στο Αιγαίο. Επεδίωξαν ένα κτύπημα υψηλού συμβολισμού προσπαθώντας να βυθίσουν έξω από τα Ίμια τη ναυαρχίδα του ελληνικού Λιμενικού Σώματος.
Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή. Στην ευρύτερη περιοχή των Ιμίων έχει καθιερωθεί μετά το 1996 να περιπολούν κυρίως λιμενικά πλοία των δύο χωρών. Δεν χρησιμοποιούν πυροβόλα όπλα. Με τις κινήσεις τους όμως παρενοχλούν την άλλη πλευρά αλλοτε με τον κυματισμό που δημιουργούν οι θηριώδεις μηχανές τους και μερικές φορές ακόμη και με επαφή των σκαφών.
Το βίντεο που κυκλοφόρησε στις 18 Ιανουαρίου 2018 είναι ενδεικτικό των όσων συμβαίνουν εδώ και χρόνια. Το τουρκικό σκάφος εφορμά προς το ελληνικό και την τελευταία στιγμή στρέφει το τιμόνι του πηγαίνοντας παράλληλα προς αυτό και ακουμπώντας το ελαφρά.
Το βράδυ της Δευτέρας 12 Φεβρουαρίου όμως τα πράγματα ήσαν διαφορετικά. Υπήρχε αυξημένος αριθμός τουρκικών σκαφών στην περιοχή (επτά τουρκικά έναντι ενός και στη συνέχεια δύο ελληνικών). Κατά τη διάρκεια των συνηθισμένων παρενοχλήσεων ξαφνικά το τουρκικό σκάφος UMUT επιχείρησε να εμβολίσει στο μέσον το περιπολικό «Γαύδος». Το ελληνικό σκάφος τη συγκεκριμένη στιγμή ήταν σχεδόν ακίνητο και είχε τις μηχανές «κράτει». Βλέποντας το τουρκικό να πλησιάζει επικίνδυνα, κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή, έφυγε προς τα εμπρός με ταχύτητα με αποτέλεσμα η σφοδρή σύγκρουση να επέλθει στην πρύμνη του σκάφους.
Δεδομένου ότι το τουρκικό σκάφος UMUT είναι πολύ βαρύτερο (1.700 τόνοι) και ναυπηγημένο από χάλυβα εν αντιθέσει προς το «Γαύδος» που είναι ελαφρύτερο (460 τόνοι) και κυρίως είναι κατασκευασμένο από κράματα αλουμινίου, η βύθιση του ελληνικού σκάφους μετά τη σύγκρουση στο μέσον ήταν βεβαία. Τα αλουμινένια σκάφη είναι πολύ ελαφρά και αναπτύσουν μεγάλες ταχύτητες. Δεν αντέχουν όμως σε συγκρούσεις.
Υπενθυμίζεται ότι το 1996 η αλουμινένια πυραυλάκατος «Κωστάκος» είχε βυθισθεί λίγα λεπτά μετά τη σύγκρουσή της με το οχηματαγωγό «Σάμαινα». Ήταν εξαιρετικά πιθανόν η βύθιση του «Γαύδος» να οδηγούσε και σε ανθρώπινες απώλειες μεταξύ του 27μελούς πληρώματός του. Στην περίπτωση της πυραυλακάτου Κωστάκος είχαν χαθεί τέσσερα μέλη του πληρώματος που εγκλωβίσθηκαν κατά τη σύγκρουση στο κύτος του σκάφους.
Οι όλες συνθήκες του επεισοδίου (ξαφνική αύξηση αριθμού τουρκικών πλοίων, συνδυασμός επικίνδυνων ελιγμών από όλα τα τουρκικά σκάφη, γνώση της παρουσίας του «Γαύδος» στην περιοχή εδώ και ημέρες και επιλογή να εμβολισθεί το αλουμινένιο πλοίο) δείχνουν ότι η ενέργεια ήταν προμελετημένη και σκόπιμη. Στόχευε στη βύθιση σκάφους με αποδοχή της πιθανότητας να υπάρξουν και ανθρώπινα θύματα. Επιβεβαιώνεται και από τις δηλώσεις Ερντογάν που ακολούθησαν το επεισόδιο:
«Να μη σχηματιστεί η λανθασμένη εντύπωση ότι οι ευκαιριακές πρωτοβουλίες σχετικά με την εξερεύνηση του φυσικού αερίου στα ανοικτά των ακτών της Κύπρου και της βραχονησίδες του Αιγαίου διαφεύγουν της προσοχής μας. Προειδοποιούμε από αυτό το βήμα όσους υπερβαίνουν τα όρια τους σε Κύπρο και Αιγαίο για να μην κάνουν λανθασμένους υπολογισμούς».
Δια της βυθίσεως του πλοίου ο Ερντογάν θα έστελνε πολλαπλά μηνύματα:
– Στο εσωτερικό της χώρας του θα απαντούσε με καταλυτικό τρόπο στις συνεχείς κατηγορίες της αντιπολιτεύσεως ότι επί κυβερνήσεών του η Ελλάδα κατέλαβε 18 νησίδες. Παράλληλα θα έδειχνε ότι η Τουρκία μπορεί να έχει εισβάλει στρατιωτικά στο Αφρίν αλλά μπορεί να διεξάγει πολεμικές επιχειρήσεις και σε άλλες περιοχές. Αναβίωνε δηλαδή το δόγμα των δυόμισυ πολέμων της δεκαετίας του 1990 σύμφωνα με το οποίο η Τουρκία μπορούσε να μάχεται ταυτοχρόνως με την Ελλάδα, με τη Συρία και στο εσωτερικό με τους Κούρδους του ΠΚΚ.
– Στην Ελλάδα θα έθετε τα όρια των κινήσεων σχετικώς με τις νησίδες που οι Τούρκοι θεωρούν γκρίζες ζώνες. Όπως ανέφερε ο ίδιος ο Ερντογάν (μάλλον υποννοώντας την πρόσφατη επίσκεψη του έλληνα υπουργού Εθνικής Άμυνας στα Ίμια) δεν είναι δεκτές «κρυφές φωτογραφήσεις σε απόμακρες βραχονησίδες».
– Στην Κύπρο θα έδειχνε ότι δεν έχει πρόβλημα να χρησιμοποιήσει στρατιωτική βία προκειμένου να σταματήσει άμεσα την έρευνα και εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων στην ΑΟΖ του νησιού. Η πρόσφατη ανακάλυψη σημαντικού κοιτάσματος υδρογονανθράκων στη θέση «Καλυψώ» στο τεμάχιο 6 της κυπριακής ΑΟΖ έχει ανησυχήσει ιδιαιτέρως την Άγκυρα. Φοβάται ότι σε βάθος χρόνου μπορεί να ανατραπούν οι ισορροπίες στην ανατολική Μεσόγειο, όπως ισχύουν θετικά υπέρ αυτής από το 1974.
– Στις ξένες εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην κυπριακή ΑΟΖ (και στις χώρες πίσω τους) θα κατεδείκνυε ότι η παρεμπόδιση του ιταλικού σκάφους της ΕΝΙ νοτιανατολικά της Κύπρου δεν ήταν μεμονωμένο γεγονός.
– Στις ΗΠΑ, με τις οποίες βρίσκεται σε πορεία συγκρούσεως λόγω των Κούρδων της Συρίας, θα έλεγε με σαφήνεια πως όταν θίγονται τα εθνικά συμφέροντα της χώρας του δεν υπάρχει τίποτα να τον συγκρατήσει.
Η σοβαρότητα της καταστάσεως αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι ο αμερικανός πρέσβυς στην Αθήνα Τζέφρυ Πάιατ μεταβαίνει στην Άγκυρα όπου θα δει τον υπουργό Εξωτερικών του Τίλλερσον που επισκέπτεται τη χώρα. Είναι ενδιαφέρον ότι η αμερικανική πρεσβεία εξέδωσε και σχετική ανακοίνωση για το ταξίδι. Ο ίδιος πρέσβυς στις 31 Ιανουαρίου σε συνέντευξή του είχε αναφερθεί στην πιθανότητα ατυχήματος στο Αιγαίο αναφερόμενος όμως στα μαχητικά F16: «όσο έχετε αυτά τα φονικά περίπλοκα στρατιωτικά συστήματα, λειτουργώντας τα το ένα δίπλα στο άλλο, υπάρχει πάντα ο κίνδυνος ενός φοβερού ατυχήματος, το οποίο φυσικά θα προκαλέσει μεγάλες επιπλοκές στη σχέση σας».
Εν κατακλείδι, τα συγκεκριμένα δεδομένα αλλάζουν δραματικά τη διαχείριση επεισοδίων στο Αιγαίο. Εδώ και χρόνια έχει καθιερωθεί ατύπως ένας κώδικας συμπεριφοράς μεταξύ των δύο χωρών που απέτρεπε οι παρενοχλήσεις να εξελιχθούν σε θερμά επεισόδια με θύματα. Η κατάσταση γύρω από τα Ίμια έχει ήδη περιγραφεί. Κατ’ αντιστοιχίαν, όταν τα τουρκικά αεροπλάνα μπαίνουν στο FIR Αθηνών ή στον ελληνικό εναέριο χώρο, τα ελληνικά μαχητικά επιχειρούν να τα εγκλωβίσουν στο ραντάρ των πυραύλων τους. Μετά τον εγκλωβισμό, τα τουρκικά αποχωρούν. Όλα αυτά πλέον ανατρέπονται. Τίποτα δεν εγγυάται ότι η Τουρκία δεν θα επιχειρήσει άμεσα ένα νέο επεισόδιο με σοβαρές υλικές ζημίες ή και θύματα.
*O Αγγελος Μ. Συρίγος είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Διεθνούς Δικαίου και Εξωτερικής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Αθηνών.